Ξένος εαυτός (μικρό πεζό)



Έσερνε ένα καρότσι και ένα σκυλί. Πιο πίσω ακολουθούσε η γυναίκα του έχοντας αγκαζέ την μοναχοκόρη τους. Προσπάθησε να στερεώσει ένα τσιγάρο στα χείλη του. Μια γάτα πέρασε. Ο σκύλος τέντωσε το λουρί. Μαζί και το χέρι του. Το τσιγάρο του βρέθηκε στον δρόμο. Άφησε μια βρισιά στον αέρα. Το αγόρι στο καρότσι άρχισε να κλαίει. «Θα σου βάλω πιπέρι στο στόμα» φώναξε η μοναχοκόρη κι άρχισε να γελάει δυνατά. Η γυναίκα του δεν μίλησε. Αρκέστηκε σε ένα αυστηρό βλέμμα. Την άφησε να προσπεράσει. Την κοιτούσε από πάνω μέχρι κάτω. Προσπαθούσε να εντοπίσει την κοπέλα που είχε γνωρίσει τότε. Πότε; Ούτε που θυμάται. Κι ύστερα έσκυψε το κεφάλι σαν να ήθελε να δει εντός του, να εντοπίσει τον δικό του εαυτό, το δικό του «τότε». Καιρό τώρα νιώθει ξένος μέσα του.  Δεν πρόλαβε. «Άντε μπαμπά, μην χαζεύεις» ακούστηκε η φωνή της μοναχοκόρης και τον άφησε για άλλη μια μέρα στον  ξένο εαυτό του. 


 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις