ΔΙΑΒΑΣΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ» ΤΗΣ ANNIE ERNAUX



Πρωί, στη διαδρομή για τη δουλειά. Τρύπωσα σε γνωστό βιβλιοπωλείο για να περάσει η ώρα. Ποτέ δε θα απαλλαγώ από το άγχος, τη συνήθεια να ξεκινάω πολύ νωρίς για να μην αργήσω. Άρχισα να ξεφυλλίζω βιβλία. Σε περίοπτη θέση τα βιβλία της Annie Ernaux. «Ο τόπος», «Τα χρόνια», «Το γεγονός», «Ο νεαρός άνδρας», «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού», «Μια γυναίκα». Όλα από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο. Μου τραβούν την προσοχή. Σε όλα τα εξώφυλλα διαβάζω: Νόμπελ Λογοτεχνίας 2022. Ομολογώ: δεν γνώριζα την Annie Ernaux. Ούτε τα βιβλία της. Τραβώ από το ράφι τυχαία το «Μια γυναίκα». Από την περίληψη στο οπισθόφυλλο καταλαβαίνω πως η συγγραφέας αφηγείται τη ζωή της μητέρας της. Γιατί; Πάντα με συγκινούν τα βιβλία που έχουν ως θέμα τη μητέρα. «Μαμά» της Μαργαρίτας Καραπάνου, «Το βιβλίο της Κατερίνας» του Αύγουστου Κορτώ, «Τώρα θα μιλήσω εγώ» του Χάρη Βλαβιανού, «Το χάρτινο σπέρμα» της Κώστιας Κοντολέων είναι μερικά από αυτά. Διαβάζω την πρώτη παράγραφο. «Η μητέρα μου πέθανε τη Δευτέρα 7 Απριλίου στο γηροκομείο δίπλα στο νοσοκομείο του Ποντουάζ, όπου την είχα βάλει δύο χρόνια πριν. Η νοσοκόμα είπε στο τηλέφωνο : «Η μητέρα σας έσβησε σήμερα το πρωί, μετά το πρόγευμα». Ήταν γύρω στις δέκα». Τώρα ξεκαθαρίζει περισσότερο το πράγμα. Στο κάδρο μπαίνει και η απώλεια. Κλείνω το βιβλίο και κατευθύνομαι προς το ταμείο.

Δεν είχε περάσει ούτε μισή ώρα από τη στιγμή που βγήκα από το βιβλιοπωλείο και είχα φτάσει στη μέση του βιβλίο. Καθισμένος σε ένα παγκάκι, λίγα μέτρα από τη δουλειά, είχα αποκοπεί από ό,τι συνέβαινε. Τα αυτοκίνητα, οι φωνές, ο χρόνος, όλα είχαν σταματήσει. Αιτία ήταν η Ernaux, ο λόγος της (λιτός μα ουσιαστικός, καμιά λέξη δεν περισσεύει, καμιά λέξη δεν υπάρχει για να υπάρχει απλά), η ιστορία της μητέρας της, η δική της ανάγκη να την αφηγηθεί. «Πιστεύω ότι γράφω για τη μητέρα μου γιατί είναι η δική μου σειρά να τη φέρω στον κόσμο». Αργά το βράδυ, στην ησυχία του σπιτιού μου, έπιανα την ιστορία από την αρχή.

Το  βιβλίο ξεκινά με τον θάνατο της μητέρας. Η συγγραφέας δεν αναφέρει πουθενά το όνομά της. Δεν ξέρω γιατί. Μα και τι θα πρόσφερε; Η απώλεια της μητέρας είναι ίδια. Όπως και τα συναισθήματα που προκαλεί. Ο φόβος, ο πόνος, η μοναξιά, η ρίζα που κόβεται και μόνο οι μνήμες πια κρατούν την επαφή με τον πυρήνα ο οποίος μας γέννησε. Αυτό είναι και το στοιχείο που αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη σε αυτό το βιβλίο από την πρώτη κιόλας γραμμή. Η συγγραφέας παραλαμβάνει τη σορό της μητέρας της και κανονίζει τα διαδικαστικά. Δίπλα της ο πρώην σύζυγός της και οι δύο γιοί της. Τρεις εβδομάδες μετά την κηδεία η συγγραφέας γράφει σε μια λευκή σελίδα «Η μητέρα μου πέθανε». Αυτή η φράση δίνει το έναυσμα.

Η Ernaux θυμάται ιστορίες που της είχε αφηγηθεί η μητέρα της από τα χρόνια πριν εκείνη έρθει στη ζωή. Κοιτάζει παλιές φωτογραφίες. Φέρνει στο μυαλό της περιστατικά από τα χρόνια που και εκείνη ήταν εκεί, δίπλα ή απέναντι από τη μητέρα της. Θυμάται και γράφει. Θυμάται και ανασυνθέτει τη ζωή μιας γυναίκας, της γυναίκας που την έφερε στον κόσμο.

Η μητέρα της γεννήθηκε το 1906 στο Ιβέτο. Ήταν η τέταρτη από τα έξι παιδιά μιας φτωχής οικογένειας. Στα δώδεκα παράτησε το σχολείο και άρχισε να δουλεύει σε ένα εργοστάσιο μαργαρίνης. Διάβαζε μανιωδώς, τραγουδούσε και παρακολουθούσε θέατρο ενώ πάντα ονειρευόταν έναν καλό γάμο και να ανοίξει το δικό της κατάστημα. Τα κατάφερε και τα δύο. Τη δεκαετία του ’20 άρχισε να δουλεύει σε ένα εργοστάσιο σπαγγγοποιίας. Εκεί γνώρισε και τον σύζυγό της. Παντρεύτηκαν το 1928. Το 1931 αγόρασαν ένα καφεπαντοπωλείο στο Λιλμπόν. Η γυναίκα αφιερώθηκε με πάθος σε αυτό όπως και στην κόρη της η οποία όμως πέθανε από διφθερίτιδα το 1938. Ακολούθησε σιωπή και θλίψη. Μέχρι την 1 Σεπτεμβρίου του 1940 όπου γεννιέται η δεύτερη κόρη, η Annie Ernaux.

Ξανά ζωή. Ξανά πάθος. Να προσφέρει στην κόρη της μόρφωση, γνώση, να την τοποθετήσει σε μια καλύτερη θέση στον κόσμο. Στην αρχή η μικρή Annie θαυμάζει τη μητέρα της. Αργότερα, στα χρόνια της εφηβείας, την αμφισβητεί. Μετά ανοίγει τα φτερά της και φεύγει μακριά. Σπουδές, γάμος, παιδιά, διαζύγιο… Προς το τέλος η αρρώστια που ισοπέδωσε την σωματική και πνευματική ακεραιότητα της μητέρας φέρνει την κόρη ξανά κοντά της. Και κάπου εκεί προβάλουν κάποιες ενοχές. Λίγο πριν το τέλος. Λίγο μετά.

Στις 108 σελίδες του βιβλίου, η συγγραφέας, μιλά με ειλικρίνεια για τη μητέρα της, για τον τρόπο που την έβλεπε εκείνη, για όσα μας ενώνουν και όσα μας χωρίζουν με τον πυρήνα μας, για τον κύκλο που κλείνει με τον θάνατο και για τα όσα αφήνει πίσω. Τρυφερό, σκληρό, γλυκό, πικρό, το βιβλίο «Μια γυναίκα» της Annie Ernaux που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο (και σε μετάφραση Ρίτας Κολαΐτη) αξίζει την προσοχή σας.       


 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις