Έμπλεξε στην κίνηση (μικρό πεζό)




Όταν η κυρία Χριστίνα μού χτύπησε την πόρτα, προσπαθούσα να γράψω το άρθρο για την εφημερίδα. Στο πρώτο χτύπημα δεν έδωσα σημασία. Συνήθως την αποφεύγω. Έχει περάσει τα ογδόντα και μένει πολλές ώρες μόνη στο σπίτι. όταν τύχει λοιπόν και βρει άνθρωπο δεν τον αφήνει να πάρει ανάσα. Μιλά χωρίς σταματημό, χωρίς ειρμό. Η μια κουβέντα της δεν έχει καμία σχέση με την άλλη. Λες και το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να μιλήσει, να προλάβει να εκφράσει με λέξεις όσα γεννιούνται μέσα στο κεφάλι της τις ώρες της σιωπής. Το δεύτερο χτύπημα ήταν πιο δυνατό. «Είσαι μέσα» μού φώναξε. Άνοιξα. «Έλα σε παρακαλώ, να πάρεις τηλέφωνο την κόρη μου. Δεν έχει γυρίσει από τη δουλειά και ανησυχώ». Καθαρίστρια ήταν η κόρη της στα γραφεία μιας μεγάλης εταιρείας τηλεπικοινωνιών. Χήρα όπως και η μάνα της. Έμεναν οι δυο τους. Παιδιά κι εγγόνια έκαναν τη ζωή τους. Πληκτρολόγησα τον αριθμό. Δεν απάντησε κανείς. «Μην ανησυχείς» της είπα. Πήρα ξανά. Αυτή τη φορά απάντησε μια αντρική φωνή. «Ο θάνατος ήταν ακαριαίως». Αυτό θυμάμαι. Και το βλέμμα της κυρίας Χριστίνας. «Έρχεται;». «Ναι, έμπλεξε στην κίνηση» απάντησα και βγήκα βιαστικά από το σπίτι της. Δεν της είπα. Πώς να της πω; Πού να βρω το κουράγιο; Μπήκα στο διαμέρισμά μου και έμεινα πίσω από την πόρτα. Λίγο αργότερα άκουσα βήματα στον διάδρομο και την πόρτα της κυρίας Χριστίνας να ανοίγει. Κι έπειτα μια κραυγή και κλάματα. Άρχισα να κλαίω μαζί της.    


 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις