Γράμμα στη Μαρία Κάλλας



Σήμερα πέρασα έξω από το σπίτι σου, Πατησίων 61 και Σκαραμανγκά. Έχουν περάσει 77 χρόνια από την ημέρα που το άφησες (ήταν Σεπτέμβρης του 1945) για να ανοίξεις τα φτερά σου, για να πολεμήσεις για την καριέρα και τα όνειρά σου. Σε αυτό το σπίτι εγκαταστάθηκες αρχές του 1937 μετά από απόφαση της μητέρας σου, Λίτσας Δημητριάδη, να εγκαταλείψει τον πατέρα σου, Γεώργιο Καλογερόπουλο, και παρέα με την μεγαλύτερή σου αδερφή Υακίνθη και εσένα (ο αδερφός σου, Βασίλης Καλογερόπουλος, πέθανε το καλοκαίρι του 1922 από μηνιγγίτιδα) να επιστρέψει στην Ελλάδα. Εδώ, στον πέμπτο όροφο της πολυκατοικίας Παπαλεονάρδου άρχισες να πολεμάς γιατί  και εδώ για να πολεμήσεις ήρθες. Πάντα ένας πόλεμος. Πάντα μια μάχη. Αυτό σκέφτομαι περνώντας έξω από το σπίτι σου και φέρνοντας στο μυαλό μου όσα έχω διαβάσει για τη ζωή σου.

Οι γονείς σου παντρεύτηκαν το 1916. Μετά τον γάμο εγκαταστάθηκαν στον Μελιγαλά Μεσσηνίας τον οποίο όμως, το καλοκαίρι του 1923, εγκατέλειψαν κακήν κακώς εξαιτίας του άστατου χαρακτήρα του πατέρα σου ο οποίος άφησε έγκυο την κόρη του δημάρχου, και εγκαταστάθηκαν στην ελληνική συνοικία Little Athens στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης. Εκεί, στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 και στο Νοσοκομείο Φλάουερ του Μανχάταν, γεννιέσαι εσύ, η Μαρία Σοφία Καικιλία Κάλος. Μαζί με εσένα γεννιέται και η πρώτη πληγή. Η μητέρα σου ήθελε αγόρι. Έκανε κορίτσι. Αρνιόταν να σε δει για 4 ημέρες. Θα σε αρνιόταν για μια ζωή. Ο πατέρας χωμένος στις δουλειές, καταφέρνει 1928 να στήσει το δικό του φαρμακείο. Τα χάνει όλα στο κραχ της Γουόλ Στριτ και αρχίζει να ταξιδεύει. Εσύ μένεις πάντα με την αδερφή και την μητέρα σου η οποία σε αποκαλεί «χοντρή και άσχημη». Όλα αυτά βέβαια μέχρι τη στιγμή που καταλαβαίνει το ταλέντο σου. Μετά άρχισε να σε βλέπει σαν το εισιτήριο για μια καλύτερη ζωή. Και θα κάνει τα πάντα για να το εξαργυρώσει.

Μετά το διαζύγιο των γονιών σου και την επιστροφή στην Αθήνα, ξεκινάς μαθήματα στο Εθνικό Ωδείο και στο Ωδείο Αθηνών. Η Μαρία Τριβέλλα και αργότερα η Ισπανίδα Ελβίρα Ντε Ιστάλγκο φωτίζουν περισσότερο το ταλέντο και τον δρόμο σου. Κάτι που το είχες απόλυτη ανάγκη ειδικά εκείνα τα χρόνια  του πολέμου. Η μητέρα σου σύναψε σχέση με τον Ιταλό συνταγματάρχη Μάριο Μπολάντι. Στον ίδιο δρόμο και η αδερφή σου. Εσύ αντιστάθηκες. Αφιέρωσες τον εαυτό σου, ψυχή τε και σώματι, στην Τέχνη. Κι έτσι, το καλοκαίρι του 1942 η Τόσκα του Πουτσίνι σε έκανε γνωστή και λίγο αργότερα η Λεονόρα που μεταμφιέζεται σε Φιντέλιο στην όπερα του Μπετόβεν στη σκηνή του Ωδείου Ηρώδου Αττικού, σε καθιέρωσε. Κι εσύ φεύγεις μακριά από την Ελλάδα, την μητέρα και την αδερφή σου, από τις φήμες που σε λερώνουν. Φεύγεις για τη Νέα Υόρκη. Όχι πια σαν Μαρία Καλογεροπούλου αλλά σαν Μαρία Κάλλας και πιάνεις το νήμα από την αρχή.

Τα πρώτα δύο χρόνια στην Αμερική ήταν δύσκολα. Πολλές αποτυχημένες ακροάσεις και αμφισβήτηση. Μετά όμως ήρθε η Τζοκόντα του Πονκιέλι, η Ιζόλδη του Βάγκνερ, η πριγκίπισσα του Τουραντό του Πουτσίνι, η Νόρμα, η Αΐντα του Βέρντι, η Μήδεια του Λουίτζι Κερουμπίνι στη Σκάλα του Μιλάνου, ερμηνείες που έγραψαν ανεξίτηλα το όνομά σου στην αιωνιότητα. Και μέσα στην τόση επιτυχία άλλη μια πληγή, ο Ιταλός Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι. Έμεινες μαζί του δέκα χρόνια. Τον παντρεύτηκες. Δεν τον ερωτεύτηκες ποτέ. Σε εκμεταλλεύτηκε. Χωρίσατε και στη ζωή σου μπαίνει ο Ωνάσης. Τον γνώρισες στις 3 Σεπτεμβρίου του 1957 σε ένα πάρτι στη Βενετία. Αυτόν τον ερωτεύτηκες άνευ όρων. Του αφιερώθηκες. Σε πρόδωσε τον Ιούλιο του 1968 όταν παντρεύτηκε μιαν άλλη γυναίκα, την Τζάκι Κένεντι Κι άλλη πληγή. Ίσως η μεγαλύτερη.

Όλα καταρρέουν. Η γυναίκα, η φήμη, η δόξα. Μέχρι και η φωνή σου, το σημαντικότερο όπλο σου, αρχίζει να σε εγκαταλείπει. Αιτία μία εκφυλιστική νόσο που φθείρει τις φωνητικές χορδές σου. Θα τραγουδήσεις για τελευταία φορά στο Σαπόρο τον Νοέμβριο του 1974. Τον Μάρτιο του 1975 ο αγαπημένος σου Αριστοτέλης πεθαίνει στο Παρίσι και εσύ βυθίζεσαι στη θλίψη και στα χάπια. Πεθαίνεις δύο χρόνια αργότερα, 11 Σεπτεμβρίου 1977. Επίσημα από ανακοπή καρδιάς. Ανεπίσημα από τον πόνο, από τις πληγές.

Είμαι εδώ, έξω από το σπίτι σου στην Πατησίων. Σκέφτομαι τα λόγια σου στους δημοσιογράφους την τελευταία φορά που βρέθηκες στην Ελλάδα. Ήταν Αύγουστος του 1957 και ήρθες για να τραγουδήσεις στο Ηρώδειο τον Χορό των Μεταμφιεσμένων. «…Το αίμα μου είναι ελληνικό…» είχες πει τότε. Και μετά σκέφτομαι την ζωή σου, μετρώ τις μάχες σου, τις πληγές σου. Λείπεις χρόνια από τη ζωή, από αυτό το σπίτι κι όμως είσαι εδώ, παντού, με τη φωνή, με τη θλίψη σου και αυτό σημαίνει πως μπορεί να έχασες κάποιες μάχες όμως τον πόλεμο τον κέρδισες. 

  

 

Πηγή: Μαρία Κάλλας, Emanuele Melilli, Εκδόσεις Πεδίο, 2021


 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις