Συναντήσεις στη πόλη: Γιάννης Στάνκογλου



«Δεν έχω μεγαλώσει σαν ωραίος. Δεν ήμουν ο ωραίος του σχολείου ας πούμε. Μπορεί να ήμουν λίγο αλήτης, λίγο ακραίος αλλά δεν ήμουν ο ωραίος του σχολείου» 


Παρασκευή, 24 Φεβρουαρίου, 20:30 και βρίσκομαι ήδη καθισμένος στη θέση μου, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Ο λόγος για να παρακολουθήσω την παράσταση «Καλιγούλας» του Αλμπέρ Καμύ σε σκηνοθεσία Αλίκης Δανέζη Knutsen. Για την παράσταση, από γνωστούς και μη, έχω ακούσει τα καλύτερα αλλά ήθελα να διαπιστώσω και ο ίδιος πως ο Γιάννης Στάνκογλου ανταποκρίνεστε σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα. Μέσα από την πορεία του όλα αυτά τα χρόνια και με τις επιλογές του, έχει αποδείξει πως έχει πολλά να πει και να δώσει σαν ηθοποιός αλλά θεωρώ, πως το στοίχημα αυτή τη φορά ήταν μεγάλο.

Όταν τελείωσε η παράσταση, η σκηνοθετική ματιά  της Αλίκης Δανέζη Knutsen, το διαχρονικό κείμενο του Αλμπέρ Καμύ, οι εξαιρετικές ερμηνείες όλων των ηθοποιών, το κοινό που δε σταματούσε να χειροκροτεί, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο ο Γιάννης Στάνκογλου αναμετρήθηκε με τον Καλιγούλα με έπεισαν πως ο ηθοποιός κέρδισε για ακόμη μια φορά το στοίχημα.

Όλα αυτά με έκαναν να θέλω να συναντήσω από κοντά τον Γιάννη Στάνκογλου και να συνομιλήσουμε για αυτή την εμπειρία αλλά και γενικότερα για την πορεία του.

Μετά από πολλά τηλεφωνήματα, καθώς το πρόγραμμά του είναι ιδιαίτερα φορτωμένο, το ραντεβού κλείστηκε για την Πέμπτη, 16 Μαρτίου, 19:15 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.

18:45 βρίσκομαι στην είσοδο του θεάτρου. Τα συναισθήματα ανάμεικτα καθώς η εικόνα που έχω για εκείνον δεν είναι ξεκάθαρη. Σίγουρα πρόκειται για έναν ταλαντούχο ηθοποιό που σε κάθε του βήμα κάνει την υπέρβαση μα σαν άνθρωπος πως είναι;  Μοιάζει ιδιαίτερος και μυστήριος τύπος.

19:00 κάθομαι ήδη απέναντι του στο καμαρίνι. Άνετος, αυθόρμητος, φιλικός. Η εικόνα του …περίεργου τύπου, εξαφανίστηκε γρήγορα και άλλη μια Συνάντηση Στη Πόλη ξεκίνησε…

Ετοιμάζεσαι να υποδυθείς για ακόμη μια φορά τον Καλιγούλα. Τι νιώθεις λίγο πριν ανέβεις πάνω στη σκηνή;

«Προσπαθώ καταρχήν να ξεκουράσω το μυαλό μου, να μην σκέφτομαι τίποτα, να είμαι τελείως καθαρός . Εντάξει, κάποιες δικές μου τεχνικές, ξέρεις που  βάζω τα σκαλοπάτια μου ας πούμε για το που ξεκινάει ο χαρακτήρας μέχρι που φτάνει στο τέλος. Και προσπαθώ αυτό που σου λέω, να είμαι συγκεντρωμένος».

Μετά από τόσα χρόνια, υπάρχει άγχος;

«Υπάρχει άγχος αλλά νομίζω πια έχει να κάνει με το αν θα βρω κάτι καινούργιο πάνω στη σκηνή. Εννοώ δηλαδή να μην είναι το ίδιο με αυτό που ήταν το προηγούμενο βράδυ».

Κάνεις αλλαγές σε ένα ρόλο όσο περνάει ο καιρός;

«Προσπαθώ αλλά όχι πολλές. Μέσα στα πλαίσια που είναι η σκηνοθεσία και ο χαρακτήρας, δηλαδή ο Καλιγούλας. Από εκεί και πέρα, ναι σίγουρα κάτι καινούργιο θα βρεις γιατί είναι και το κείμενο πυκνό οπότε πολλά πράγματα που έχεις δουλέψει στην πρόβα, τώρα πια με τον κόσμο και όσο περνάει ο καιρός και όλοι μπαίνουμε περισσότερο σε αυτό που γίνεται, παίρνουν και μια άλλη μορφή και σε οδηγούν και κάπου αλλού και αυτό είναι πολύ ωραίο και δημιουργικό. Εμένα μου αρέσει πολύ».

Όταν αποφάσισα να δω την παράσταση, δυσκολεύτηκα να βρω εισιτήριο και όταν την παρακολούθησα, το θέατρο ήταν γεμάτο. Αυτό παίζει ρόλο στην απόδοση ενός ηθοποιού;

«Κοίταξε, σίγουρα είναι μεγάλη χαρά να βλέπεις ότι το θέατρο είναι γεμάτο. Από εκεί και πέρα βέβαια, αυτό σημαίνει ότι είναι και μια καλή παράσταση. Δηλαδή, να βλέπεις ένα θέατρο 300- 400 θέσεων γεμάτο και το κοινό παραμένει σιωπηλό κατά τη διάρκεια της παράστασης, σημαίνει ότι κάτι γίνεται. Αυτό για εμένα είναι πολύ σημαντικό και βέβαια, σίγουρα σου δίνει ενέργεια. Είναι διαφορετικό να έπαιζα με 100 θεατές κάτω. Θα είχα κι εγώ την αίσθηση πως αυτό το πράγμα που κάνω δεν περνάει στο κοινό. Μου έχει συμβεί  στο παρελθόν, έχει τύχει και έχει συμβεί να κάνω καλές, άλλες παραστάσεις με δέκα - είκοσι άτομα από κάτω παλιότερα.  Αλλά το ίδιο θα έπαιζα είτε είχα 400 είτε 100. Απλά,  ίσως η ψυχολογία του ηθοποιού είναι καλύτερη».

Ότι κερδήθηκε το στοίχημα;

«Ακριβώς».

Και με το που τελείωσε η παράσταση, ο κόσμος σας ανάγκασε να βγείτε 4-5 φορές στη σκηνή με το χειροκρότημα. Τι σημαίνει για έναν ηθοποιό το χειροκρότημα;

«Είναι κάτι που είναι όμορφο όταν συμβαίνει. Αυτό που σου είπα και πριν: ότι περνάει αυτό το πράγμα προς τα κάτω. Δηλαδή, επειδή στο συγκεκριμένο έργο έχουμε ένα πολύ δύσκολο κείμενο, υπαρξιακό, φιλοσοφικό με πολλές αλλαγές, με πολλά πρόσωπα, είναι σημαντικό – και πιστεύω αυτή είναι η επιτυχία της παράστασης – ότι το κοινό ακούει το κείμενο. Πέρα από τις εικόνες και τη δράση του, έρχονται στο τέλος και μου λένε ότι ακούνε το κείμενο και νομίζω αυτό έχει να κάνει και με το χειροκρότημα».

Να γυρίσουμε λίγο πίσω: Πού γεννήθηκες, πού μεγάλωσες;

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Περισσό. Κατάγομαι όμως από τον Έβρο και το λέω συνέχεια. Πολύ ελεύθερα παιδικά χρόνια. Δεν ήξερα ποτέ τι ήθελα να γίνω. Το αποφάσισα στα εικοσιτέσσερα – εικοσιπέντε και ανακάλυψα τελικά αυτό που θέλω να κάνω και μου αρέσει πάρα πολύ».

Και πώς ήρθε αυτή η αποκάλυψη και μπήκε στη ζωή σου το θέατρο;

«Δεν ξέρω. Έδωσα εξετάσεις χωρίς να είμαι σίγουρος αν θέλω να γίνω ηθοποιός. Έχοντας 2-3 φίλους που ήταν σε δραματική σχολή και μου έλεγαν τι κάνουν εκεί και αυτό λίγο με εξιτάρισε, με γοήτευσε και είπα “δε δίνεις , έτσι για την πλάκα σου”, ας πούμε. Έδωσα, πέρασα σε δυο σχολές. Επέλεξα του Γιώργου Κιμούλη, έκανα 3 χρόνια και στο δεύτερο έτος που με κάλεσε ο Γιώργος Κιμούλης να παίξουμε  τον Κοριολανό του Σαίξπηρ, κάναμε πρόβες και από τη στιγμή που μπήκα μέσα στο Ηρώδειο στην πρεμιέρα, είπα : “ Ουάου!  Αυτό είναι πολύ ωραίο” και εκεί συνειδητοποίησα ότι θέλω να κάνω αυτό το πράγμα».

Πρώτη δουλειά λοιπόν στο Ηρώδειο με τον Γιώργο Κιμούλη. Μεγάλη ευθύνη…

«Μεγάλη ευθύνη. Εντάξει, δεν είχα κάτι μεγάλο αλλά σίγουρα ήμουν μέσα σε ένα θίασο  και έπρεπε να κάνω πολλά πράγματα. Και είχα κι ένα περιστατικό, έπαθα μηνίσκο σχεδόν 4 βδομάδες πριν ανέβει το έργο. Με ένα πόδι κλειδωμένο και έκανα τα πάντα για να προλάβω την πρεμιέρα, δηλαδή έκανα πρόβες στην καρέκλα. Εκπληκτικός ο Γιώργος Κιμούλης που μου έδωσε τη δυνατότητα αυτή, με κράτησε δηλαδή και δε με έδιωξε και είχα αυτή την εμπειρία».

Κι αυτή η σημαντική αρχή, καθόρισε και τις μετέπειτα επιλογές σου;

«Σίγουρα. Εγώ όταν ξεκίνησα στη δραματική σχολή, δεν ήθελα να κάνω τηλεόραση. Δηλαδή, και τα πρώτα 5-6 χρόνια αφού τέλειωσα τη σχολή, έλεγα αρκετά όχι για να κάνω τηλεόραση. Πήγα στη σχολή για να ασχοληθώ με το θέατρο άντε και λίγο  με το σινεμά. Το σινεμά δε ήταν πολύ “στο βάθος κήπος”, ας πούμε, στη σκέψη μου. Ήταν κυρίως η διαδικασία πάνω στο θέατρο. Αυτό συνειδητοποίησα εκεί και πόσο δύσκολο είναι τελικά αυτή η έκθεση… Δηλαδή θες διάφορες δυνατότητες και ειδική τεχνική για να μπορέσεις να σταθείς πάνω εκεί και να μπορέσεις να κάνεις πράγματα μεγάλα».

Και εκεί που στρώνουν τα πράγματα, τα παρατάς όλα και φεύγεις στη Νέα Υόρκη…

«Αυτό έγινε με το που τελείωσα τη σχολή. Το ίδιο καλοκαίρι. Μου έκαναν προτάσεις να μείνω εδώ και για ταινίες και για θεατρικά. Αποφάσισα να φύγω, ερωτευμένος τότε… Έμεινα 2 χρόνια εκεί, έκανα θέατρο  στο Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού. Έκανα το "Closer" του Patrick Marber, έκανα κάποια σεμινάρια και επέστρεψα. Ήμουν τυχερός, πέρασα κάποιες audition, με πήρε ο Θεόδωρος Τερζόπουλος και ασχολήθηκα με ανθρώπους που πραγματικά τους θαύμαζα όσο ήμουν και στη σχολή και έβλεπα τις δουλειές τους. Από αυτή την άποψη ήμουν και τυχερός».

Τι σου έμαθε αυτό το ταξίδι;

«Πολλά πράγματα. Βασικά μου έμαθε το καινούργιο, το διαφορετικό. Μου έμαθε να δέχομαι περισσότερα πράγματα, ότι δεν πρέπει να  μένω στάσιμος, γιατί είναι μια Πόλη στην οποία δε μπορείς να μείνεις στάσιμος… Πρέπει πάντα κάτι να κάνεις. Οπότε ήταν ένα μεγάλο μάθημα. Και το ξένο, το ότι ένιωθα ξένος, το ότι γνώριζα ξένους… Μια εμπειρία μεγάλη…».

Φέτος, αναμετρήθηκες με τον Καλιγούλα, δίνοντας μια διαφορετική “ματιά”, σε όσα ξέρουμε ή από την ταινία. Πώς προσέγγισες το χαρακτήρα;

«Η ταινία δεν είναι βασισμένη πάνω στο έργο του Καμύ. Υπάρχουν σίγουρα κοινά στοιχεία αλλά δε νομίζω ότι μένει στα υπαρξιακά και στη φιλοσοφία που έχει ο Καλιγούλας του Αλμπέρ Καμύ. Είναι κάτι άλλο, παίρνει στοιχεία από τον Σουητώνιο, τον ιστορικό Ρωμαίο που αναφέρεται πάνω στον Καλιγούλα και λέει διάφορες ιστορίες. Προσπάθησα να τον προσεγγίσω με απλότητα βασικά. Με βάθος… Να ψάξω να βρω την αλήθεια του. Ήταν πολύ εύκολο να πέσω στην παγίδα του fantasy ας πούμε, γιατί είναι ένα έργο που έχει εξαιρετικές σκηνές και έχει πράγματα που μπορείς να τα κάνεις πολύ ακραία. Δεν ήθελα να συμβούν έτσι. Ήθελα ο κόσμος να καταλάβει το χαρακτήρα και έτσι δουλέψαμε με την Αλίκη. Δηλαδή, προσπαθήσαμε αυτό που λέει το κείμενο να ακολουθήσουμε, τη γραμμή του κειμένου ώστε να περάσει το κείμενο κάτω και για αυτό μπορεί ίσως να βγαίνει και λίγο συμπαθής ο Καλιγούλας. Η αλήθεια είναι πως αυτά που λέει είναι πολύ σωστά, λογικά, άσχετα αν οι πράξεις του είναι διαφορετικές».



Και σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα, συνεργάζεσαι με τη γυναίκα σου…

«Πια είναι ωραίο. Είναι η τέταρτη δουλειά στο θέατρο. Έχουμε δουλέψει στο σινεμά. Ξέρουμε πολύ καλά, έχουμε πολύ κοινά γούστα. Συχνά διαφωνούμε αλλά σημασία έχει που και οι δυο θέλουμε το αποτέλεσμα να είναι πολύ ωραίο, να είναι κοντά στην αισθητική μας και νομίζω εδώ, το συγκεκριμένο έργο, μας έδωσε και μια δυνατότητα να πάμε και λίγο παρακάτω γιατί είχαμε να δουλέψουμε 3 χρόνια μαζί, είχαμε κάνει ένα μονόλογο τότε. Τώρα είναι πιο δύσκολο γιατί έχει περισσότερους ηθοποιούς… Αλλά πια είναι και εύκολο και δύσκολο. Αλλά, εκ του αποτελέσματος κρίνοντάς το, και όσες φορές έχω δουλέψει με την Αλίκη, βλέπω ότι πάμε λίγο παρακάτω και αυτό είναι πολύ ωραίο».

“Πλατεία Αμερικής” το επόμενο βήμα…

«Βγαίνει στις 23 Μαρτίου στους κινηματογράφους από τη FEELGOOD. Μια πολύ ωραία ταινία. Εγώ τη χάρηκα πάρα πολύ… Με 3 ωραίες ιστορίες παράλληλες που δένονται μεταξύ τους. Μια ταινία που χάρηκα πάρα πολύ. Έχω ταξιδέψει με αυτή την ταινία. Έχω πάει στην Κορέα στο Μεγάλο Φεστιβάλ του Μπουσάν που είναι οι Κάννες της Ασίας… Τώρα θα πάω στο Μαρόκο σε άλλο φεστιβάλ… Βγαίνει η ταινία και πιστεύω και το ελληνικό κοινό θα την αγαπήσει πολύ».

Έχεις κάνει πολλές ταινίες, θεατρικές παραστάσεις, επιλεκτικές δουλειές στην τηλεόραση… Έχεις το άγχος πως κάποια στιγμή δε θα χτυπάει το τηλέφωνο για δουλειές;

«Προς το παρόν, όχι. Δεν το έχω αυτό το άγχος γιατί μου δίνετε κι η δυνατότητα να κάνω πράγματα που και εμένα μου αρέσουν, δηλαδή μπορώ και εγώ να προτείνω πράγματα. Μπορεί αυτό να συμβεί. Σίγουρα. Δε μπορεί πάντα να είσαι στην πρώτη γραμμή αλλά παρόλο αυτά θα ήθελα να μπορώ να συνεχίσω  σχολούμε με αυτό που αγαπάω πάρα πολύ και να κάνω πράγματα πρώτα  για εμένα και μετά για το κοινό και αν αυτό περνάει και στο κοινό είναι μεγάλη επιτυχία για εμένα».

Με το που εμφανίστηκες αρκετά σχόλια επικεντρώθηκαν στην εμφάνιση σου: Ο ωραίος Γιάννης Στάνκογλου. Σύντομα όμως έπεισες το κοινό πως είσαι και πολύ καλός ηθοποιός…

«Καταρχήν δεν έχω μεγαλώσει σαν ωραίος. Δεν ήμουν ο ωραίος του σχολείου ας πούμε. Μπορεί να ήμουν λίγο αλήτης, λίγο ακραίος αλλά δεν ήμουν ο ωραίος του σχολείου. Αυτό το ξέρω, έχω πάρει το μάθημα μου οπότε δε θα μπορούσαν εύκολα να μου βάλουν την ταμπέλα. Δεν το επέτρεψα κι εγώ με τις επιλογές μου και τα πράγματα που λέω και κάνω».

Ποια θεωρείς τη μεγαλύτερη παγίδα που μπορεί να πέσει ένας άνθρωπος όταν ξαφνικά όλα τα φώτα στρέφονται πάνω του;

«Κοίταξε, η έκθεση είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Μπορεί να φαντάζει εύκολο να είναι κάποιος πάνω στη σκηνή και να εκτίθεται με τον τρόπο που εκτίθεται ο καθένας αλλά από εκεί και πέρα και τα φώτα είναι γλυκά και ωραία αλλά όταν σβήσουν, πρέπει να έχεις το γνώθι σ' αυτόν, να ξέρεις ποιος είσαι και ότι αυτό το πράγμα μπορεί να μη διαρκεί και πολύ».

Εσύ έπιασες κάποια στιγμή τον εαυτό σου να ξεφεύγει και να είπες : oops… πρέπει να χαλαρώσουμε λίγο…

«Ίσως κάποιες στιγμές στην αρχή με την τηλεόραση αλλά επειδή συνέχισα να κάνω θέατρο, να βρίσκομαι με ανθρώπους που το είχαν περάσει στο παρελθόν, το μάθημα μου νομίζω το πήρα νωρίς».

Μένεις στο Κέντρο της Αθήνας. Γιατί έχεις επιλέξει να μένεις στο Κέντρο;

«Το Κέντρο της Αθήνας είναι κάτι που μου αρέσει πάρα πολύ, με μαγεύει… Από το 1996 ζω στο Κέντρο της Αθήνας, τα έχω όλα κοντά μου… Περπατάω, παίρνω τη μηχανή και πηγαίνω εύκολα οπουδήποτε. Βρίσκονται τα πάντα δίπλα μου».

Τι αγαπάς και τι δεν αντέχεις στην Αθήνα;

«Αγαπάω πάρα πολύ τις βόλτες μου, τον καιρό, τον ήλιο… Δεν αντέχω τη μιζέρια που κρύβουν κάποιες γωνιές της γιατί η Πολιτεία δεν έχει δώσει τη βάσει που έπρεπε να δώσει σε κάποια θέματα. Και μιλάω και για ομορφιές και για ασχήμιες. Μερικές ασχήμιες έχουν το ενδιαφέρον τους…».

Την πολιτική κατάσταση στη Χώρα, πώς την κρίνεις;

«Δύσκολη… Πάρα πολύ δύσκολη… Βλέπω ότι δεν αλλάζουν πολύ εύκολα αυτά τα πράγματα. Συνειδητοποιώ πως δεν είμαστε αυτόνομοι. Εξαρτιόμαστε πάρα πολύ από τους άλλους. Αυτό με στεναχωρεί, δε με κάνει πολύ αισιόδοξο αλλά το παλεύω και προσπαθώ μέσα από τη δουλειά μου να μιλήσω και να έχω τη δική μου φωνή».

Δεν αλλάζουν εύκολα τα πράγματα… Τι πιστεύεις πώς θα έπρεπε να αλλάξει πρώτα;

«Κοίταξε, δεν πιστεύω ότι μπορεί να αλλάξουν με τη μια και πιστεύω πια πως ο πολιτικός που θα έχει τα αρχίδια να κάνει κάτι είναι αυτός που θα έρθει, θα ξεχάσει κάποια πράγματα πίσω του, θα κάνει καινοτομίες, όχι απότομες και σε αυτό που πρέπει να δώσει περισσότερη βάση είναι η παιδεία και η ελευθερία των νέων. Δηλαδή, για το πώς θα ετοιμάσεις αυτούς τους ανθρώπους ώστε να χτίσουν μια κοινωνία πιο ουσιαστική από αυτή που ζούμε σήμερα».

Όταν κλείνεις τα μάτια σου τι ονειρεύεσαι;

«Ότι πετάω. Για αυτό πήγα και έκανα ελεύθερη πτώση πριν από ένα χρόνο και θέλω τώρα να πάρω και το δίπλωμα. Ελπίζω να το πάρω φέτος την άνοιξη… Με χαλαρώνει και μου δίνει δύναμη και κουράγιο, απόλυτη ελευθερία και είναι και αυτό που λες: θα φτάσω κάτω; Θα ζήσω;…».

Αν είχες τη δυνατότητα να διαλέξεις ένα ρόλο από τον παγκόσμιο κινηματογράφο, ποιος θα ήταν αυτός;

«Μου αρέσει πάρα πολύ ο “Γυμνός” του Μάικ Λι, δεν είναι πάρα πολύ γνωστή ταινία αλλά θα ήθελα να παίξω αυτό το ρόλο που παίζει ο Ντέιβιντ Θιούλις σε αυτή την ταινία και θα ήθελα κάποια στιγμή να το κάνω και θεατρικό. Εντάξει, μη σου πω για το Νονό ή κάποιες ταινίες που έχει παίξει ο Ρόμπερτ Μάριο ντε Νίρο ή ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις που είναι οι αγαπημένοι μου».

Τα επόμενα σχέδια μετά τον Καλιγούλα;

«Πάμε Θεσσαλονίκη με τον Καλιγούλα 21,22,23 Απριλίου, παίζουμε στο Μέγαρο… Ξεκινάω γυρίσματα για μια νέα ταινία που λέγεται “Ο σερβιτόρος” του Στηβ Κρικρή, με τον Άρη Σερβετάλη και άλλους… Και το καλοκαίρι θα είμαι στο Επτά επί Θήβας, ανοίγουμε το φεστιβάλ Επιδαύρου με το ίδιο έργο όπως και πέρσι, 30 Ιουνίου και 1 Ιουλίου, και θα ακολουθήσει η περιοδεία. Από εκεί και πέρα σκέφτομαι τα βήματα για του χρόνου…».

Τηλεόραση;

«Κάτι συζητάω αλλά δεν είναι σίγουρο τίποτα».

Και επειδή μου ανέφερες και την Επίδαυρο, τι σημαίνει για έναν ηθοποιό να παίζει σε αυτό το θέατρο;

«Είναι πολύ ωραίος χώρος. Έχει μια μαγεία… Κάτι εξαιρετικό που δεν το βρίσκεις αλλού… Και δεν είναι τυχαίο που όποιοι ξένοι έρχονται και παίζουν στην Επίδαυρο παθαίνουν την πλάκα της ζωής τους. Και εγώ την έπαθα… Ενώ τόσα χρόνια μου έκαναν προτάσεις να πάω να παίξω, αρνήθηκα γιατί ήθελα να περάσω χρόνο με την οικογένεια… Πέρση όμως, αυτό που μου συνέβη την πρώτη μέρα πρόβας, σε μια άδεια Επίδαυρο και με μια πανσέληνο εξαιρετική, άνοιξα το στόμα μου και άρχισα να λέω τα λόγια το surround που μου ερχόταν και η ενέργεια με έκαναν να ξεχάσω τι λέω παρακάτω. Είναι όμορφα και χαίρομαι που θα βρεθώ και φέτος εκεί». 

Είχα να τον ρωτήσω και άλλα πολλά αλλά σε λιγότερο από μια ώρα έπρεπε να ανέβει στη σκηνή και να αναμετρηθεί για ακόμη μια φορά με τον …Καλιγούλα. Βγήκα από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά γεμάτος ωραία συναισθήματα.  Ο Γιάννης Στάνκογλου είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός που δεν επαναπαύεται ποτέ πάνω σε όσα έχει κατακτήσει. Ψάχνει συνεχώς νέα πράγματα που θα του δώσουν το κάτι παραπάνω. Ψάχνει την εξέλιξη και είναι όμορφο να συναντάς τέτοιους ανθρώπους.


*Πρώτη δημοσίευση στις 20.03.2017 στο museekart.com και στη στήλη Συναντήσεις στη πόλη. 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις