Συναντήσεις στη πόλη: Γιώργος Rous




*Συνέντευξη και φωτογραφίες Χάρης Γαντζούδης

 

Τετάρτη, 01 Φεβρουαρίου. Μεσημέρι, μόλις έχω ολοκληρώσει τη συνέντευξη με τη Μανίνα Ζουμπουλάκη και κάθομαι μπροστά από τον υπολογιστή για να αρχίσω να δουλεύω το υλικό. Ένας ήχος με διακόπτει και με ενημερώνει πως έχω κάποιο νέο email. Είναι από τον Rous ο οποίος δέχτηκε την πρόσκληση για μια “συνάντηση στη πόλη”. Λίγες ώρες αργότερα μιλήσαμε στο τηλέφωνο και το ραντεβού κλείστηκε για την επόμενη μέρα στις 12:30 στα STARBUCKS (Κηφισίας και Αλεξάνδρας).

Από τη στιγμή που μιλήσαμε, στο μυαλό μου υπάρχουν οι στίχοι «Το ξέρεις μ' αρέσεις // Μα μη με πιστέψεις // Σ' αυτόν τον κόσμο που μόνος μου ζω // Δεν υπάρχουν κανόνες, μα μόνο εξαιρέσεις» από το πρώτο του τραγούδι «Εξαιρέσεις» το οποίο τραγουδήθηκε από όλη την Ελλάδα και αποτέλεσε το εισιτήριο του καλλιτέχνη για την είσοδο του στα μουσικά δρώμενα της Χώρας.

Το επόμενο πρωί στις 12:00 διασχίζοντας τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας οι στίχοι εξακολουθούν να υπάρχουν στο μυαλό μου. Κάθομαι στο πάρκο που βρίσκεται κοντά στο σημείο της συνάντησης μας. Κοιτάζω τις σημειώσεις μου και προσπαθώ να θυμηθώ τι άλλο γνωρίζω για τον Rous. Το τραγούδι «Ιδιαίτερη σχέση» το οποίο ήταν το soundtrack της ταινίας «Μια φορά και ένα μωρό» του Νίκου Ζαπατίνα,  το πρόσφατο τραγούδι του «Λουλούδι του δρόμου» είναι τα δυο πράγματα που μου έρχονται αμέσως μα όσο κι αν προσπάθησα δε μπόρεσα να θυμηθώ κάτι περισσότερο. Κι όμως είμαι σίγουρος πως σήμερα θα μάθω πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα τόσο για εκείνον όσο και για την πορεία του στο χώρο της μουσικής.

12:30 κατεβαίνω τα σκαλιά όπου οδηγούν στο σημείο συνάντησης μας. Δεν αργώ να τον εντοπίσω. Γρήγορα καθόμαστε σε ένα τραπέζι και η συνέντευξη έγινε συζήτηση ανάμεσα σε δυο φίλους καθώς η απλότητα και ο ήρεμος τόνος της φωνής του έδιωξαν μακριά κάθε αμηχανία.

Πρώτη απορία που είχα ήταν γιατί μας συστήθηκε ως Rous και όχι ως Γιώργος Γεωργιάδης που είναι το πραγματικό του όνομα. Μου εξήγησε πως προέρχεται από τον πατέρα του και ύστερα από ένα λάθος μιας καθηγήτριας του στην Ιταλία, όπου συνήθιζαν να γράφουν και τα τρία ονόματα (Γεώργιος Ρουσσέτος Γεωργιάδης) του έμεινε σαν παρατσούκλι.

Με αφορμή την αναφορά στον πατέρα του, ζήτησα να μου πει κάποια πράγματα για τα παιδικά του χρόνια. Μεγάλωσε στην Καλλιθέα μα αυτό που θυμάται έντονα από εκείνη την περίοδο είναι ο Πειραιάς.

«Γεννήθηκα στο Πασαλιμάνι, μία Τετάρτη του ’76. Στον Πειραιά έμενα κατά καιρούς με τον παππού μου. Εκείνο που θυμάμαι περισσότερο ήταν οι γειτονιές που ήταν γεμάτες από παιδιά που έπαιζαν κάθε λογής παιχνίδια. Αυτή είναι μια εικόνα που μοιάζει πια σαν από έναν άλλο κόσμο.»

Και κάπου εκεί, ανάμεσα στα παιχνίδια με τα παιδιά στις γειτονιές του Πειραιά,  τον “βρήκε” η μουσική.

«Η μουσική μπήκε στη ζωή μου από πολύ νωρίς, θα μπορούσα να πω σαν μικρόβιο, αλλά προτιμώ την λέξη δίψα. Σαν δίψα μπήκε στη ζωή μου. Μία μέρα άκουσα μια κασέτα που "έκλεψα" από τα ράφια της μητέρας μου, και από τα πρώτα πράγματα που αισθάνθηκα ήταν η δίψα να καταλάβω πώς δημιουργούνται όλοι αυτοί οι τόσο καθαροί ήχοι, αλλά και οι υπόλοιποι, που σε διάφορα σημεία των τραγουδιών αναδύονταν ξαφνικά μέσα στις μίξεις. Πώς να γίνεται αυτό, σκεφτόμουν. Σχεδόν με κατέλαβε ολόκληρο η επιθυμία να μάθω πώς γίνεται. Πρέπει να ήμουν 7-8 ετών».

Πώς βίωσες την τεράστια επιτυχία που είχε το πρώτο σου τραγούδι «Εξαιρέσεις».

«Η ραδιοφωνική επιτυχία έφερε πολλά νέα πράγματα, νέες συνθήκες που πρέπει να διαχειριστείς ταυτόχρονα. Προσπάθησα να κρατήσω τις ισορροπίες στη ζωή μου, ειδικά τον πρώτο χρόνο. Περίεργη κατάσταση. Από τη μία χαίρεσαι που αναγνωρίζονται τα τραγούδια που γράφεις, από την άλλη τρομάζεις. Πρέπει να είσαι έτοιμος για όλες τις ερωτήσεις, την ίδια στιγμή που ακόμα κι εσύ ψάχνεσαι για να βρεις απαντήσεις. Θα έλεγα τώρα, μετά από χρόνια, ότι τρόμαξα. Σχεδόν κλείστηκα στο σπίτι μου. Σήμερα βλέπω ότι εκείνη η "άγουρη" αντίδρασή μου, μου επέτρεψε μετά από χρόνια να συνεχίζω να αγαπώ αυτό που κάνω, και να μπορώ να το επικοινωνώ στα όρια που πιστεύω ότι το καθιστούν υγιές».

Αυτή η επιτυχία σε άγχωσε για το επόμενο βήμα;

«Δεν μου αρέσει όταν βρίσκει το άγχος χώρο σε αυτό που αγαπάς. Είναι σαν να σε αλλοιώνει κάτι εν αγνοία σου. Επηρεάζει τις επιλογές σου και τα θέλω σου σε έναν χώρο τόσο σύνθετο, σε έναν κόσμο που ο καθένας πρέπει να διαλέξει τον δρόμο του, επειδή στο τέλος κάθε μέρας ξέρεις ότι είσαι σε μια αναζήτηση. Για να μην δαιμονοποιήσω την επιτυχία, θα πω ότι σου δίνει εφόδια και πολλά άλλα πράγματα. Αρκεί να είσαι σε θέση να διαλέξεις αυτά που πραγματικά θα σε ωφελήσουν και όχι εκείνα που θα σε αποπροσανατολίσουν».

Ο Rous και το τραγούδι «Εξαιρέσεις» προήλθαν μέσα από έναν διαγωνισμό κι αυτό που αναρωτιέμαι μετά από τόσα χρόνια και μέσα από την εμπειρία του πώς βλέπει τα πράγματα για τους νέους καλλιτέχνες που προσπαθούν να μπουν στο χώρο της μουσικής;

«Από τη μία θα μπορούσε να πει κανείς ότι με την έκρηξη των social media και των μέσων που συμβαίνει, ότι υπάρχει υπερπληθωρισμός καλλιτεχνών, από την άλλη όμως το τραγούδι είναι η ομορφιά και η σκοτεινιά της ψυχής μαζί, είναι όπλο απέναντι σε κάθε τι άδικο, είναι ευλογία και υγεία. Είναι καλό δηλαδή που τραγουδάει πολύς κόσμος, που γράφονται καθημερινά τραγούδια, που ανεβαίνουν στο youtube και σε κάθε λογής πλατφόρμα και διαγωνισμό. Είναι όμορφο να παίζει μουσική και να τραγουδάει ο άνθρωπος. Δεν είναι; Πολλά παιδιά μού στέλνουν τραγούδια τους και τα ακούω με χαρά. Καμιά φορά με ρωτάνε πόσο δύσκολο είναι να βρουν τον δρόμο τους στη μουσική. Η απάντηση που δίνω πάντα είναι η εξής: Από τη στιγμή που βρέθηκες με την κιθάρα στα χέρια και εκφράζεσαι, ένα είναι βέβαιο, ότι τον δρόμο τον βρήκες ήδη. Το μόνο που χρειάζεται είναι να βρεις πως θες να τον περπατήσεις. Η επιτυχία η πραγματική, βρίσκεται στην υλοποίηση των ιδανικών σου. Ας πούμε, αγάπη, ελευθερία, ευτυχία. Να ξυπνήσεις ένα πρωί και να μπορείς να πεις στον εαυτό σου, ότι αγαπιέσαι και αγαπάς, ότι είσαι ελεύθερος και αισθάνεσαι ευτυχισμένος. Αυτή είναι η επιτυχία. Όλα τα υπόλοιπα με καλή περπατησιά και πίστη έρχονται. Και θέλει και δουλειά, πολλή δουλειά. Το ταλέντο από μόνο του δεν έφτασε ποτέ σε κανέναν. Να το καλλιεργείς με τον τρόπο που σου κάνει, όσο μπορείς».

Οι «Εξαιρέσεις» λοιπόν βρήκαν το δρόμο τους και ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε το πρώτο ολοκληρωμένο άλμπουμ. Τι θυμάσαι από εκείνη την περίοδο των ηχογραφήσεων;

«Αν και η μπάντα που είχα εκείνο τον καιρό ήταν κουρδισμένη, η διαδικασία της ηχογράφησης ήταν κάτι πρωτόγνωρο όσον αφορά στο επίπεδο που βρίσκεται πέρα από τα demo. Στην κονσόλα και στην παραγωγή ήταν ο Simon Bloom, έχοντας ένα στούντιο και εξοπλισμό που θεώρησα ότι ταιριάζει περισσότερο στα τραγούδια μου. Ο Simon γνώρισε τη μουσική μου μέσα από όλη τη διαδικασία, την αγάπησε και αυτό μας έκανε να είμαστε ανοιχτοί σε κάθε είδους νέες ιδέες και προτάσεις. Το γεγονός ότι είναι και ο ίδιος  ένας πολύ εσωτερικός και φιλοσοφημένος μουσικός, ήταν θετικό. Καθημερινά λοιπόν, σχεδόν από το πρωί μέχρι μετά τα μεσάνυχτα, για ένα μήνα, ηχογραφούσαμε το άλμπουμ. Κρατάω ιδιαίτερα στην μνήμη κάποιες ηχογραφήσεις που κάναμε, έχοντας μπει σε διαδικασία πειραματισμών. Το τραγούδι “Τηλεόραση” για παράδειγμα, έγινε κάπως έτσι: Είχαμε μείνει μόνοι στο στούντιο αργά και ξεκινήσαμε να ηχογραφούμε με τρόπους που μέχρι πρότινος δεν είχαμε δοκιμάσει. Περάσαμε ωραία και δημιουργικά εκείνη τη νύχτα». 



Από το 2009 ο Rous γράφει και ερμηνεύει τα τραγούδια του ωστόσο μου λέει πως με χαρά θα τραγουδούσε τραγούδια άλλων συνθετών.

«Θα ήθελα πολύ να τραγουδήσω τραγούδια άλλων δημιουργών και να βάλω τα προσωπικά μου στοιχεία. Θαυμάζω πολύ τον Σταμάτη Κραουνάκη. Το τραγούδι του «Πόσο σ’ αγαπώ» το ζηλεύω. Θα ήθελα να το έχω γράψει εγώ. Είναι υπέροχο κομμάτι». 

Εκτός όμως από τα δικά σου τραγούδια γράφεις και σε άλλους καλλιτέχνες όπως πρόσφατα στη Χαρούλα Αλεξίου. Πώς ήταν σαν εμπειρία;

«Αρχικά δεν το πίστεψα... Στη συνέχεια ο Νίκος Μωραϊτης επέμενε και με ρωτούσε πότε θα γράψουμε. Είχε αναλάβει στιχουργικά και οργανωτικά εκείνο το δίσκο. Η Χαρούλα μού έδωσε χώρο και το ελεύθερο να λειτουργήσω και στην ενορχήστρωση των τραγουδιών με τα οποία συμμετείχα στο δίσκο. Ήταν ένα ρίσκο που πήρε πιστεύοντας ότι θα λειτουργήσει, και αυτό μου έδωσε χαρά. Από αυτή τη συνεργασία κατάλαβα ότι οι δημιουργοί μαζευόμαστε, καταθέτουμε τις ιδέες μας, εργαζόμαστε πάνω σε αυτές. Το αποτέλεσμα είναι εκείνο που μας χαροποιεί με τη σειρά του. Αν φτιάξουμε ένα ωραίο τραγούδι που θα το ακούει ο κόσμος, είναι κάτι που μας κάνει όλους χαρούμενους. Τους στιχουργούς, τους μουσικούς, τους ερμηνευτές. Τόσο απλά. Αυτό είναι το κέρδος μας. Η χαρά που παίρνουμε, όταν τα τραγούδια που θα φτιάξουμε 2-3 άνθρωποι, φτάνουν στα αυτιά του κόσμου και αρέσουν».

“Ένα φιλί, και τα όνειρα γίνονται πάλι…”, τραγουδά η Χαρούλα Αλεξίου στο τραγούδι που της έγραψες μαζί με τον Νίκο Μωραίτη. Εσύ τι πιστεύεις;

«Δεν ξέρω αν φτάνει μα σίγουρα σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι φτάνει. Αλλάζει η απόσταση, αλλοιώνεται ο χρόνος, ξεχνάς να φας και τα όνειρα έρχονται πιο κοντά»

Τι είναι αυτό που μπορεί να σε εμπνεύσει ώστε να γράψεις ένα τραγούδι και τι μπορεί να σε μπλοκάρει;

«Πιστεύω πως με παρακινούν οι εικόνες κάθε λογής, καθημερινές, καμιά φορά κι απόκοσμες, σε συνδυασμό με τη διάθεση που έχω μια δεδομένη χρονική στιγμή. Τα πάντα μπορούν να σε παρακινήσουν, αλλά όχι αυτούσια, φιλτράρονται από τον χαρακτήρα σου, το συναίσθημα σου, τα θέλω σου, ακόμα και τις αδυναμίες σου. Μου αρέσει αρκετές φορές να δίνω την μορφή ιστοριών στα τραγούδια. Μου αρέσει να λέω ιστορίες. Οι ήρωες τους και το πώς πλάθονται, είναι μια άλλη διαδικασία. Θέλω να τραγουδάω τους ανθρώπους, τη ζωή. Όταν γράφεις ένα τραγούδι, πάντα είσαι και ο ίδιος σε αναζήτηση. Αν το αποτέλεσμα σε γεμίζει με ενέργεια και σου δίνει μερικές απαντήσεις, τότε αισθάνεσαι ok

Αυτό που μπορεί να με μπλοκάρει είναι πως καμιά φορά είναι δύσκολο να αποστασιοποιηθώ από όσα συμβαίνουν γύρω μου. Σκέφτομαι κάποια πράγματα παραπάνω και αισθάνομαι το στόμα μου κλειδωμένο».

2009-2017, μια πορεία οχτώ χρόνων. Αν ξεκινούσες σήμερα θα άλλαζες κάτι;

«Πιστεύω, κοιτώντας πίσω, έκανα ό,τι μπορούσα και πάντα αυτά που μου άρεσαν. Δε λειτούργησα ποτέ στη μουσική με ενθουσιασμό. Πάντα πήγαινα βήμα – βήμα. Οπότε όχι, δε θα άλλαζα τίποτα».  

Του ζητάω να μου χαρακτηρίσει με μια λέξη τη μουσική του και μου απαντά «ΠΑΡΑΘΥΡΟ».

Ο Rous είναι ένας καλλιτέχνης που η μουσική του εντάσσεται στην “ποιοτική” πλευρά. Τι γνώμη έχει εκείνος για τις “ταμπέλες” και τις διαχωριστικές γραμμές στη μουσική;

«Πιστεύω πως αυτός ο διαχωρισμός έγινε τα τελευταία 20 χρόνια για να παραχθεί χρήμα. Έπρεπε να κατηγοριοποιηθεί η μουσική για να μπορέσουν να την πουλήσουν. Η θεματολογία είναι ίδια και διαφορετική η γλώσσα του σώματος. Όλοι μπορούν να πουν “Σ’ αγαπώ” με χίλιους τρόπους».

Μιλάμε συνέχεια, για μουσική, για την πορεία του αλλά μοιραζόμαστε και τους προβληματισμούς μας για την κοινωνία και την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα.

«Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Έχει άλλη επίδραση στην χώρα μας και έχει να κάνει με την διαφορετική νοοτροπία και την κοινωνική πολιτική που λέγεται πως εφαρμόζεται. Εδώ είμαστε πολύ στριμωγμένοι από πολλές μεριές... Στριμωγμένοι θα ξαναπώ, από την ίδια μας την νοοτροπία αρχικά, πράγμα που δυστυχώς φέρνει μια απολιτίκ αντιμετώπιση από μεγάλη μερίδα του κόσμου, απέναντι σε "κόμματα μαγαζιά", που  ηδονίζονται μεν στην ιδέα της εξουσίας, αλλά αυτοευνουχίζονται δε, μπροστά στην οποιαδήποτε ουσιαστική δράση προς όφελος των αδύναμων. Του λαού που καλούνται να κυβερνήσουν δηλαδή.  Επειδή έχουν μείνει ακόμα στην εποχή που η πολιτική ήταν μόνο το σπορ των πλουσίων, των διασήμων, των λέξεων και των εντυπώσεων. Νωχελικότητα και λόγος για εσωτερική κατανάλωση δηλαδή. Ποιός είπε σε ποιόν τι, και πώς απάντησε ο άλλος μέσω του γραφείου Τύπου. Κανονικό κους κους. Καμία ουσία. Και πιστεύουν πως αυτό το βλέπει ο κόσμος και πως του αρκεί. Πράγματα που είναι αστεία και ταυτόχρονα τραγικά. Την ίδια στιγμή που μπροστά στην παγκόσμια κρίση, οι δανειστές κουρεύουν από το μαλλί λίγο τις άκρες, οι τράπεζες κάνουν ανταύγειες, και εμείς κουρευόμαστε γουλί. Πέρασαν τα χρόνια μέσα σε αυτή την εξαθλίωση, για να συνειδητοποιήσουμε τελικά, ότι δεν χρειαζόταν απλώς μια "νέα" πολιτική γλώσσα και κοστούμι χωρίς γραβάτα για να αλλάξει η εικόνα. Και σαν να μην έφτανε δηλαδή που εξαθλιώθηκε ο κόσμος, οι ίδιοι, αφελείς, άνοιξαν και έδωσαν το θάρρος στο στόμα μιας ναζιστο-λάγνας ακροδεξιάς, για να γαυγίζει.

Τέλος, πρέπει να μας δοθεί ευκαιρία να αλλάξουμε. Αν θέλουμε το μπορούμε. Μυαλό και χέρια έχουμε. Το πήραμε το μάθημα».

Και στην Αθήνα του 2017, τι αγαπάς και τι μισείς;

«Την Αθήνα την αγαπώ, όπως και τις συνοικίες της, αλλά έχει περάσει καιρός από το πρώτο σκίρτημα και δεν θυμάμαι γιατί. :) Την αγαπώ σήμερα σαν παιδί που αγαπά δίχως ιδιαίτερο λόγο, μάλλον επειδή είναι ο τόπος που έχω ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Οι άνθρωποι ομορφαίνουν ή ασχημαίνουν μια πόλη. Όπου υπάρχει αγένεια, αισθάνομαι πως και το γύρω τοπίο μεταβάλλεται σε κάτι άσχημο».

Ποια θεωρείς τη μεγαλύτερη χαρά στη ζωή και ποια τη μεγαλύτερη δυστυχία;

«Χαρά, τη νέα ζωή. Δυστυχία, την απουσία σε όλες τις πτυχές της.  Ακόμα και του ίδιου σου του εαυτού γιατί αισθάνεσαι μέσα σου τις συνέπειες».

Με τον Rous βρεθήκαμε για μια συνέντευξη που δε θα κρατούσε πάνω από μια ώρα. Τελικά φτάσαμε να μιλάμε σχεδόν τρεις ώρες και αν δεν έπρεπε να επιστρέψει στο στούντιο, ίσως να μιλούσαμε άλλες τόσες. Πριν τον αποχαιρετήσω του ζήτησα να μου πει κάποια πράγματα για το νέο του άλμπουμ και για τα επόμενα σχέδια του.

«Προς το τέλος του Φεβρουαρίου αναμένεται ο νέος μου δίσκος. Θα ακούσετε 11 νέα τραγούδια και ελπίζω να σας αρέσουν. Θα είναι κάτι που θα μου δώσει χαρά.

Επίσης, θα ταξιδέψω στην Ελλάδα με την μπάντα, και θα συνεχίσω να γράφω μουσική. Θέλω να έρθω σε επαφή με τον κόσμο, να παρουσιάσω τη νέα δουλειά, και να τραγουδήσω για αυτόν».


Εγώ θα κλείσω αυτή τη συνάντηση με κάποιους στίχους από το νέο του τραγούδι «Λουλούδι του δρόμου» και του εύχομαι να είναι πάντα χαρούμενος και ευτυχισμένος μέσα από τη μουσική του και την άλλη μεγάλη αγάπη του, τη θάλασσα.

 

«…Τώρα είμαι μέσα στη νύχτα

στη μέση του κόσμου σα λουλούδι ανθισμένο

Πονάει η αγάπη κι αυτό είναι κάτι

παρηγοριά κι ελπίδα να περιμένω

Κι έτσι είμαι μέσα τη νύχτα

λουλούδι του δρόμου από σένα κομμένο

πονάει η αγάπη κι αυτό είναι κάτι

παρηγοριά κι ελπίδα να περιμένω

σα λουλούδι ανθισμένο

γι' άλλη αγάπη κομμένο

 

Περιμένω μέσα στη νύχτα

Να μην πιστέψω πως πονάει η αγάπη…»



*Πρώτη δημοσίευση στις 10.02.2017 στο museekart.com και στη στήλη Συναντήσεις στη πόλη. 
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις