Συναντήσεις στη πόλη: Τζώρτζια Κεφαλά

 



«Δεν πρέπει να προσδιορίζεις τον εαυτό σου και τη θέση σου στον κόσμο σε σχέση με τους άλλους γιατί έτσι παίρνεις λάθος ταυτότητα» 


Πέμπτη, 16 Φεβρουαρίου, 10:30 πμ και βρίσκομαι ήδη έξω από τον “Μαύρο Γάτο” στα Εξάρχεια. Τα ρολά του Καφέ είναι ακόμη κατεβασμένα. Πλησιάζω την πόρτα και βλέπω το προσωπικό να στολίζει το χώρο με αποκριάτικες γιρλάντες. Μετά από ένα χαμόγελο ανακούφισης παραγγέλνω τον καφέ μου και κάθομαι σε ένα από τα εξωτερικά τραπεζάκια. Ο πεζόδρομος της Κωλέττη μοιάζει να μην έχει ξυπνήσει ακόμα.

Βγάζω σημειώσεις, ανάβω τσιγάρο και περιμένω την Τζώρτζια από τους ΜΠΛΕ για μια ακόμα …Συνάντηση Στη Πόλη.

Όση ώρα περιμένω παρατηρώ τη διακόσμηση του μαγαζιού που δηλώνει ξεκάθαρα και την ταυτότητα του: Jazz, Soul, Blues ήχοι και χρώματα στο Κέντρο της πόλης. Αγαπημένο μου στέκι τα τελευταία χρόνια για αυτό, πριν λίγες μέρες όταν μιλούσα με τη Τζώρτζια στο τηλέφωνο, της πρότεινα να συναντηθούμε εδώ αλλά και γιατί, έτσι όπως την έχω ψυχολογήσει τόσα χρόνια που την παρακολουθώ, πίστευα πως θα αρέσει και στην ίδια.

10:50 χτυπά το κινητό μου. Κύριε Χάρη είμαι έξω από το Μαύρο Γάτο, μου λέει η Τζώρτζια. Γελάμε! Η φωνή της φανερώνει πως είναι ευδιάθετη και γεμάτη ενέργεια. Τι καλύτερο λοιπόν από έναν πρωινό καφέ στο Κέντρο της πόλης παρέα με ένα αγαπημένο πρόσωπο που είναι έτοιμο να μοιραστεί μαζί σου στιγμές από τη ζωή του;

Λίγα λεπτά αργότερα η Τζώρτζια κάθεται απέναντι μου. Χαμογελά, γελά δυνατά, είναι άνετη, φιλική και με την ενέργεια της με συντονίζει αμέσως με τη δική της διάθεση και σιγά σιγά η ιστορία ξεκινάει…

«Γεννήθηκα στην Αθήνα. Γενικά είμαι παιδί των αντιθέσεων και νομίζω σε αυτό συνέβαλε και το περιβάλλον που μεγάλωσα ως παιδί. Ξεκινώντας έχω έναν δυναμικό μπαμπά και μια μαμά γλυκιά. Έζησα σε ένα σπίτι με άλλα δύο αδέρφια, δύο αγόρια, γεγονός που από τη γέννηση μου μού δημιούργησε μια τάση από τη μια να θέλω να διαφέρω αλλά και από την άλλη να θέλω να φτάσω τα αδέρφια μου. Τάση την οποία την έχω ακόμη με τους άντρες, τους οποίους λατρεύω αλλά θέλω να αποδείξω πως είμαι ίση μ’ αυτούς.

Μεγάλωσα σε μια πλούσια γειτονιά όντας πολύ φτωχή αλλά ζούσα συνήθως την αντίθεση και με έναν μπαμπά πολύ διαβασμένο, έξυπνο, αυτάρκη και πάντα με την αμφισβήτηση για όλα.

Τα καλοκαίρια μου τα περνούσα στην Πάρο, γιατί οι παππούδες μου είναι από εκεί και θυμάμαι πόσο ανάγκη είχα αυτή τη γείωση με το νερό και τη γη… Αν και μου άρεσε να παίζω με τα άλλα παιδιά, συχνά επιδίωκα να μείνω μόνη. Ήταν το ψωμοτύρι μου. Βρισκόμουν μόνη και τραγουδούσα. Επίσης ήμουν ντροπαλή και εσωστρεφείς. Έτσι θυμάμαι τον εαυτό μου».

Ντροπαλή κι εσωστρεφείς… και τι συμβαίνει πάνω στη σκηνή κι αλλάζεις;

«Είναι η ανάγκη για επικοινωνία και το γεγονός ότι σταμάτησα να λογοκρίνω τον εαυτό μου, χωρίς βέβαια να σταματήσω να τον παρατηρώ αλλά όχι να τον κρίνω. Νομίζω αυτό, είναι μεγάλη μάστιγα της κοινωνίας μας. Μαθαίνουμε από μικροί να ανταγωνιζόμαστε, να κρίνουμε τους άλλους και τον εαυτό μας κι αυτό δε μας κάνει καλό. Δεν πρέπει να προσδιορίζεις τον εαυτό σου και τη θέση σου στον κόσμο σε σχέση με τους άλλους γιατί έτσι παίρνεις λάθος ταυτότητα. Αν πχ το πόσο πλούσιος είσαι το προσδιορίζει ο διπλανός σου, δεν πρόκειται ποτέ να βγάλεις άκρη και θα είσαι δυστυχισμένος σε όλη σου τη ζωή».

 Και τα χρόνια περνούσαν και κάπου εκεί στην εφηβεία, στη ζωή της Τζώρτζια, μπαίνει ο χορός.

«Ο χορός ήταν και είναι μια μεγάλη ευλογία γιατί είναι ένα από τα εργαλεία που με βοήθησαν να απελευθερωθώ σαν άνθρωπος. Πιστεύω έχει τεράστια δύναμη το σώμα μας και τεράστια αλήθεια, την οποία θα πει όσο κι αν εσύ το λογοκρίνεις. Οπότε, μέσα από το χορό, έμαθα να το ακούω και να το σέβομαι. Ανακάλυψα τις δυνατότητες μου. Υπήρχαν για παράδειγμα συμμαθητές μου που είχαν πιο δυνατά σώματα από εμένα αλλά αντί να σκεφτώ πως εγώ δεν κάνω για το χορό είπα “Εμένα τι μπορεί να μου πει το σώμα μου; ” και νομίζω έτσι ανακαλύπτεις και τη μοναδικότητα σου. Πραγματικά, αυτά που έχουν να μας πουν τα σώματα μας και οι ψυχές μας έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και αφήνοντας τα να μας τα πουν, βγαίνει κάτι μοναδικό το οποίο το βλέπουν και οι γύρω σου, γιατί αυτό που κάνεις είσαι εσύ. Είναι το αποτύπωμα σου».

Αρχές της δεκαετίας του ’90 και η Τζώρτζια κάνει τα πρώτα της βήματα στη μουσική. Εμφανίζεται στους Δαίμονες της Άννας Βίσση, στο πλευρό της Μαρινέλλας στο REX αλλά και στη μουσική παράσταση «Ό,τι με αγγίζει» της Ευρυδίκης. Ώσπου το Μάρτιο του 1997, η Θεοδοσία Τσάτσου αποχωρεί από τους ΜΠΛΕ και τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, η Τζώρτζια μπαίνει στην παρέα τους. Τι σε έκανε να πεις το ναι;

«Νομίζω πως κάποια πράγματα έρχονται καρμικά, με την έννοια πως γίνονται όταν είσαι έτοιμος και οι συνθήκες είναι κατάλληλες. Με τους ΜΠΛΕ ένιωσα πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Είχα αρκετή εμπειρία να αρθρώσω το δικό μου λόγο καλλιτεχνικά και τα παιδιά είχαν επίσης μια εμπειρία, φτιάχνοντας και διαλύοντας το συγκρότημα μέσα σε ενάμιση χρόνο, για το πώς πρέπει να κρατιούνται οι ισορροπίες μέσα σε μια ομάδα. Ήμασταν έτοιμοι να συνεργαστούμε και για αυτό από την πρώτη μέρα που γνωριστήκαμε, μπήκαμε στο στούντιο».

Τι νέο πιστεύεις έδωσες στους ΜΠΛΕ;

«Εγώ έχω μια τάση αποδόμησης πάνω στη σκηνή που έχει να κάνει με τον αυτοσαρκασμό και το μαύρο χιούμορ τα οποία τα χρησιμοποιώ και στα live. Όπως επίσης και τα ροκ στοιχεία, όχι τόσο της έκφρασης και το γρέζι της φωνής, αλλά όσο αφορά την τοποθέτηση. Δηλαδή, εγώ σαν άνθρωπος, είμαι λίγο της ανατροπής ενώ η Θεοδοσία είχε έναν ποιο ιεροτελεστικό – μυσταγωγικό χαρακτήρα. Αυτό το πράγμα λοιπόν μας βγήκε και μας οδήγησε σε μια μεγαλύτερη έκρηξη στα live αλλά επηρέασε και τη δισκογραφία μας».

Δύο δεκαετίες λοιπόν, η φωνή των ΜΠΛΕ. Τι τίτλο θα έβαζες σε αυτή την πορεία;

«Μελαγχολική εξωστρέφεια».

Και τι είναι αυτό που κρατάει τους ΜΠΛΕ μαζί τόσα πολλά χρόνια;

«Η διαφορετικότητας μας, ο σεβασμός, η αγάπη του κόσμου με τον οποίο δεν έχουμε χάσει την επαφή μας και θα πω και κάτι αρνητικό… το βόλεμα. Έχεις για παράδειγμα μια κουζίνα που δουλεύει. Δύσκολα θα την αλλάξεις. Πρέπει να χαλάσει. Η αλήθεια είναι ότι λειτουργούμε σαν καλολαδομένη μηχανή και αυτό δεν είναι πάντα καλό. Πολλές φορές χρειάζεται η ανατροπή, ο θάνατος κάποιων καταστάσεων για να πας παρακάτω».

Οι ΜΠΛΕ, μετράνε πάνω από είκοσι χρόνια ενεργής παρουσίας στα μουσικά δρώμενα της Ελλάδας. Αμέτρητες live εμφανίσεις και πολλές επιτυχίες: «Ενοχές», «Φοβάμαι», «Εσύ δε ζεις πουθενά», «Πιάνω φωτιά», «Δε θέλω να μιλάς», «Κοίταξε με δύο φορές», «Τον ίδιο το Θεό»… και η λίστα δεν τελειώνει. Τι θέλουν να πουν όμως στον κόσμο μέσα από τη μουσική τους;

«Ότι οφείλεις να είσαι ο εαυτός σου και να έχεις την αίσθηση του περιβάλλοντος. Να βρεις την ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα δυο. Νομίζω, ότι η μουσική των ΜΠΛΕ, όλα αυτά τα χρόνια ισορροπούσε ανάμεσα στην ποιότητα και το χαβαλέ, στη σκληρότητα και την τρυφερότητα, στο εμπορικό και στο μη εμπορικό. Ποτέ δε χαρακτηρίσαμε τους εαυτούς μας ούτε POP, ούτε ROK, ούτε JUZZ. Ήμασταν πάντοτε στην κόψη. Η ζωή είναι λεπτή ισορροπία δε μπορείς να είσαι βαριά καθισμένος στο βραχάκι σου».

Αφήνω για λίγο στην άκρη τους ΜΠΛΕ κι επικεντρώνομαι ξανά στην Τζώρτζια. Αναρωτιέμαι αν έχει σκεφτεί ποτέ πώς θα ήταν η πορεία της αν δεν είχε συναντήσει τους ΜΠΛΕ.

«Είναι κάτι το οποίο δε μπορώ να σκεφτώ αλλά σίγουρα θα πειραματιζόμουν, θα έβγαζα δικά μου μουσικά αποτυπώματα. Δεν ξέρω που μπορεί να με είχε οδηγήσει αυτό. Ίσως στην αφάνεια αλλά σίγουρα θα το έψαχνα. Ήδη, πριν με βρουν οι ΜΠΛΕ, είχα φτιάξει μια δουλειά με στίχο δικό μου και μουσική ενός φίλου κιθαρίστα, καλή του ώρα όπου  κι αν είναι, το οποίο το άφησα για να ασχοληθώ με τους ΜΠΛΕ. Θεωρώ πως το οφείλω στον εαυτό μου αυτό. Κάποια στιγμή θα βγάλω τις δικές μου λέξεις, τους δικούς μου ήχους. Για εμένα περισσότερο, να αφουγκραστώ αυτά που έχω να πω εγώ η ίδια. Από εκεί και πέρα αν κάποιοι θέλουν να τα μοιραστούν γιατί όχι…».

Πιστεύεις πως η απόφαση σου να μπεις στο συγκρότημα, περιόρισε τα δικά σου θέλω;

«Δεν το βλέπω έτσι. Είμαι άνθρωπος που όταν αφοσιώνομαι σε κάτι δεν αισθάνομαι ότι θυσιάζω άλλα πράγματα, δεν αισθάνομαι αδικημένη. Αφοσιώθηκα σε αυτό γιατί το ήθελα και πίστευα ότι μπορούμε να το πάμε παρακάτω. Μου άρεσε και ο τρόπος που ρυθμίστηκε το θέμα  δηλαδή δεν υπήρχαν προστριβές γιατί οι ρόλοι μας ήταν τελείως ξεκάθαροι από την αρχή. Ισορροπία που ουσιαστικά είχε διαλέξει ο Γιώργος Παπαποστόλου – η ψυχή των ΜΠΛΕ – και νομίζω ότι με ωρίμασε κι εμένα. Νομίζω πως όταν έρθει η στιγμή ωριμότητας, που πιστεύω ότι πλησιάζει, θα βγάλω τα θέλω μου».

Η  Τζώρτζια  στα live είναι μια έκρηξη πάνω στη σκηνή. Τι της δίνει αυτή την ενέργεια και μετά από τόσα χρόνια κουράζεται ποτέ;

«Στη σκηνή δεν κουράζομαι ποτέ. Μπορεί να έχει να κάνει με την ντοπαμίνη και την αδρεναλίνη… Αυτό τελικά είναι ένα θέμα: Ότι αποφασίσει ο νους συμβαίνει και στο σώμα σου. Μου έχει τύχει να είμαι άρρωστη και να μην το καταλαβαίνω πάνω στη σκηνή, να πονάω και να μη νιώθω πόνο, να χτυπήσω, να τρέχουν αίματα και να το καταλάβω όταν κατεβαίνω από τη σκηνή. Αυτό είναι κάτι που η σύγχρονη ιατρική θα πρέπει να το λάβει υπόψη της. Ότι παθαίνουμε έχει να κάνει άμεσα με την ψυχική μας κατάσταση. Ok γυμνάζομαι, προσέχω τον εαυτό μου αλλά δεν εξηγείται μόνο με αυτό. Έχει να κάνει με το πώς διαχειρίζεσαι την ενέργεια την οποία αφήνεις να ρέει στο σώμα σου ανεμπόδιστα. Αυτό πρέπει να το έχουμε σαν άσκηση και στη ζωή μας. Υπάρχει ένα φυσικό ντοπάρισμα όταν ανεβαίνεις στη σκηνή και πρέπει να το βάλουμε και στην καθημερινότητα μας. Είναι πολύ ενδιαφέρον και πιστεύω πως θα μας κρατάει υγιείς μέσα - έξω».




Μετά από τόσα χρόνια στο χώρο, ποιες συνεργασίες θυμάσαι με αγάπη και υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης με τον οποίο θα ήθελες να μοιραστείς τη σκηνή;

«Σχεδόν όλες τις συνεργασίες τις θυμάμαι με αγάπη. Δεν έχω άσχημα πράγματα να θυμηθώ. Βέβαια συνεργασίες από τις οποίες δημιουργήθηκαν και φιλίες ήταν με το Λάκη Παπαδόπουλο, την Ανδριάνα Μπάμπαλη, τον Νίκο Ζιώγαλα, με την Άννα Βίσση όσο και να ξενίζει κάποιους ανθρώπους. Εγώ πέρασα πολύ όμορφα συνεργαζόμενη μαζί της και μπορώ να πω ότι έχουμε μια φιλική σχέση η οποία κρατάει χρόνια, γιατί ξεκίνησα μαζί της στους Δαίμονες και επειδή νομίζω έχω την ευκολία να είμαι αυτό που είμαι ανεξάρτητα από αυτό που είναι ο άλλος και για αυτό περνάω και καλά όπου και να είμαι. Επίσης και τη συνεργασία με τη Θεοδοσία Τσάτσου την ευχαριστήθηκα πολύ.

Τώρα, είναι πολλοί οι καλλιτέχνες με τους οποίους θα ήθελα να μοιραστώ τη σκηνή. Θα σου πω έναν που ξέρω πολύ καλά τις επιλογές του και τις σέβομαι και επειδή είμαστε φίλοι κάποια στιγμή τον έψηνα να συνεργαστούμε και ήρθε κοντά στο να συμβεί αλλά τελικά δεν το τόλμησε, είναι ο Παύλος Παυλίδης. Είναι εσωστρεφείς στη δουλειά του και τον καταλαβαίνω απόλυτα».

Η Τζώρτζια, όλα αυτά τα χρόνια που την ξέρουμε, έχει μια ιδιαίτερη παρουσία πάνω στη σκηνή, στα video clip. Ανατρεπτική, τολμάει αλλαγές που λίγοι μπορούν να υποστηρίξουν αλλά που πολλοί μπορούν να παρεξηγήσουν. Ποια είναι η μεγαλύτερη κακοήθεια που έχει διαβάσει για εκείνη και τι την πληγώνει σαν άνθρωπο;

«Έχω διαβάσει πολλά με τα οποία γελάω όπως ότι παίρνω ουσίες ή ότι είμαι άρρωστη και μου πέφτουν τα μαλλιά επειδή μπορεί να ξυρίσω το κεφάλι μου ή επειδή για να φτιάχνεσαι τόσο με τη μουσική, πρέπει οπωσδήποτε κάτι να παίρνεις για να ελευθερώνεσαι. Αυτά όμως δεν τα θεωρώ κακοήθειες. Τα θεωρώ αμάθεια, έλλειψη κουλτούρας, κακομοιριές. Κάτι που να με προσβάλει πραγματικά σαν άνθρωπο δεν έχω διαβάσει.

Αυτό που με πληγώνει είναι όταν κάποιος πατάει στην καλή σου διάθεση και νομίζει ότι είσαι κουτός. Όταν η καλοσύνη περνιέται για μαλακια ας πούμε. Όταν βλέπω κάποιους ότι πάνε να εκμεταλλευτούν καλοπροαίρετους ανθρώπους. Αυτό με θλίβει γιατί σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να σου κάνω κακό αλλά δεν το κάνω. Είναι πολύ κρίμα να έχουμε φτιάξει την κουλτούρα μας πάνω στην πονηριά. Θεωρούμε έξυπνο τον πονηρό. Τελικά όμως, αν δεις την πορεία αυτών των ανθρώπων βλέπεις μια παταγώδη αποτυχία γιατί έχουν οικοδομήσει πάνω στην πονηριά. Χτίζουμε τις σχέσεις μας πάνω στην πονηριά και το “κρύβομαι”, παρουσιάζουμε μια άλλη εικόνα και στο τέλος βέβαια όλα γκρεμίζονται».

Ας μιλήσουν τα τραγούδια:

«Έχω πολύ θυμό»… Τι σε θυμώνει στην Ελλάδα του 2017;

«Ανοίγεις πολλά θέματα τώρα. Η ευχή μου για το 2017 ήταν αγάπη και κατανόηση γιατί πιστεύω πως αυτό θα μας πάει παρακάτω. Το να τσακωνόμαστε μεταξύ μας το κάναμε, το δοκιμάσαμε, αδιέξοδο, φτάνει. Το να αρχίσουμε να κατανοούμε κάποιες καταστάσεις δε σημαίνει ότι δείχνουμε ανοχή. Με θυμώνει λοιπόν, η άρνηση να δούμε την πραγματικότητα, το περιβάλλον στο οποίο ζούμε, να δούμε τα δικά μας λάθη. Δηλαδή, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς ώστε να σταματήσουμε να λέμε φταίει ο Τσίπρας, το ΠΑΣΟΚ, ο Τσοχατζόπουλος… κι εμείς πουθενά. Δε λέω να τα ρίξουμε όλα επάνω μας αλλά να βάλουμε το χάρτη στη θέση του και να αρχίσουμε από εμάς. Φτάνει πια αυτή η νοοτροπία, η κουλτούρα που εγώ ο καημένος βάλλομαι από παντού. Ακόμη και στις προσωπικές μας σχέσεις όχι μόνο στα κοινωνικοπολιτικά θέματα. Μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα: από το να αλλάξεις το περιβάλλον και τις καταστάσεις στον εαυτό σου και να δεις πόσα πράγματα θα αλλάξουν και στους γύρω σου».

«Τρελός»… Χρειάζεται τρέλα η ζωή;

«Η αγάπη μου η μεγάλη. Η τρέλα είναι καταφύγιο, τρόπος να δεις τα πράγματα από διαφορετική γωνία, το χιούμορ, το να σκεφτείς ότι σε μια δύσκολη στιγμή αν είναι τρέλα να κοιτάξεις τον ουρανό ή να δεις τον ορίζοντα τον οποίο δε βλέπουμε στις πόλεις. Αυτό μας κάνει να είμαστε κλεισμένοι στο μικρόκοσμο μας, στη φούσκα μας και δε μπορείς να δεις κάτι μεγαλύτερο από εσένα. Είμαστε τόσο στο ΕΓΩ κι έχουμε χάσει την επαφή με το μεγάλο και μέσα από την τρέλα μπορείς να δεις το σύνολο. Να κάνεις λάθος, γιατί ο τρελός είναι κάτι που είναι λάθος με τους υπόλοιπους, αλλά το λάθος είναι αυτό που θα σε βγάλει από το αδιέξοδο. Οπότε τρέλα με τρέλα…».

«Μια φορά κι έναν καιρό»… έχουμε ανάγκη το… παραμύθι;

«Το παραμύθι με την έννοια του μύθου, του συμβολισμού, της αγνότητας, ότι μπαίνω σε καταστάσεις ξένες με την πραγματικότητα, ναι με χίλια παραμύθι. Μπαίνω μέσα κι επιλέγω και το τέλος».

«Δε θέλω να μιλάς»… Τι μπορεί να σε κάνει να το πεις σε κάποιον;

«Στην προσποίηση το λέω αυτό. Εκεί λέω άστο…».

 Αν γυρνούσες πίσω το χρόνο θα άλλαζες κάτι στη ζωή σου;

«Τα λάθη που έχω κάνει είναι αρκετά. Το λάθος είναι η επιλογή σου τη δεδομένη στιγμή, είναι οι ανάγκες, το συναισθηματικό σου υπόβαθρο, οπότε δεν είναι λάθος αλλά ένα μάθημα που πρέπει να πάρεις. Το κρίμα είναι να μην καταλάβεις ότι έκανες λάθος».

Μαθαίνεις από τα λάθη σου;

«Ναι, η πορεία μου μέχρι στιγμής αυτό μου έχει δείξει χωρίς να σημαίνει πως πάντα επιλέγω σωστά. Κάνω όμως διορθωτικές στον εαυτό μου: λέω αυτό το πράγμα δεν είναι για εμένα, δεν είναι δική μου αντίδραση, δεν πρέπει να το κάνω ξανά. Έχουμε τόση σαβούρα μέσα στο κεφάλι μας και τόσα πολλά τα δεδομένα που μας έχουν φυτέψει για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον έρωτα, την επιτυχία, την ευτυχία που είναι δύσκολο να βγάλουμε από αυτή το διαμαντάκι. Ένας Κρητικός μου είχε πει κάποτε “Όπως βγάζεις τα σκουπίδια κάθε βράδυ από το σπίτι, έτσι να τα βγάζεις και από το μυαλό σου”».

Τι είναι αυτό που δε μπορείς με τίποτα να διορθώσεις στον εαυτό σου;

«Όταν ανακαλύπτω κάτι ή κάνω μια διαπίστωση ή μια παρατήρηση για ένα φίλο μου που πιστεύω ότι μπορεί να τον βοηθήσει θα το πω. Με καλό ύφος βέβαια αλλά πολλές φορές δε σκέφτομαι την κατάσταση που είναι ο άλλος και αν έχει ανάγκη να ακούσει αυτό που έχω να του πω. Το κάνω συχνά αυτό γιατί νιώθω πως θα πνιγώ αν δε το πω αλλά ο άλλος δε βοηθιέται εκείνη τη στιγμή. Πρέπει ο ίδιος να είναι έτοιμος. Είμαι λίγο Μητέρα Τερέζα σε αυτά. Αυτό το πράγμα το δουλεύω γιατί παιδεύει τους ανθρώπους που είναι δίπλα μου. Για χρόνια έλεγα ως δικαιολογία στον εαυτό μου, πως ο άλλος δεν αντέχει την αλήθεια αλλά δεν είναι έτσι πάντα».

Αν και τόσα χρόνια είσαι στην πρώτη γραμμή απασχολείς μόνο μέσα από τη δουλεία σου. Αυτό είναι επιλογή;

«Πιστεύω πως η λεπτομέρεια της ζωής μου δε θα σου προσφέρει εσένα κανένα όφελος, ίσως σε μπερδέψει. Δεν κρύβομαι, απλά πιστεύω ότι είναι αποπροσανατολιστική η προσωπική ζωή οποιουδήποτε.  Την κοινωνική ζωή μπορεί να έχεις λόγο να τη μάθεις. Αν για παράδειγμα ήμουν σε μια οργάνωση νεοναζί μπορεί κάτι να έλεγε για το χαρακτήρα μου αλλά το ότι με ακύρωσε προχθές ο άντρας μου και μου είπε πως δεν είναι ερωτευμένος μαζί μου, δεν έχει να σου δώσει κάτι».

Για πιο πράγμα νιώθεις ευλογημένη που το έζησες;

«Μια σημαντική σχέση που έχω από μικρή με έναν άνθρωπο πολύ σημαντικό για εμένα με τον οποίο υπήρξε και ερωτική έλξη αλλά δεν υπήρξε ποτέ ολοκλήρωση. Ήταν ένα πράγμα στον αέρα πολύ σημαντικό όμως για την πνευματική μου κατάσταση. Επίσης τη μητρότητα, την οποία θεωρώ απίστευτο ταξίδι και έναν τρόπο να ζεις και να δουλεύεις αναγκαστικά με τον εαυτό σου. Με το παιδί χάνεις πάντα. Πρέπει να δουλέψεις με τον εαυτό σου αναγκαστικά».

 

Η ώρα με τη Τζώρτζια κυλάει σαν νερό. Θέλω να προλάβω να τη ρωτήσω κι άλλα πράγματα οπότε γυρνάω ξανά στα καλλιτεχνικά. Η παρουσία της όλα αυτά τα χρόνια ιδιαίτερη, η φωνή της χαρακτηριστική, δεν μοιάζει με τίποτα άλλο. Πόσο σημαντικό είναι ένας καλλιτέχνης να έχει τη δική του ταυτότητα;

«Όσο σημαντικό είναι και το αποτύπωμα. Η μουσική είναι έτσι κι αλλιώς μιμητική κατάσταση. Συνήθως βλέπουμε κάποιους άλλους να παίζουν μουσική και να τραγουδάνε κι αποφασίζουμε να τους μιμηθούμε γιατί μας αρέσει. Αυτό είναι μεγάλη παγίδα γιατί σε εγκλωβίζει σε εικόνες και ήχους άλλων, το οποίο δεν είναι κακό απαραίτητα απλά πρέπει να το φιλτράρεις και να το βγάλεις μέσα από τη δική σου αντίληψη για τον κόσμο. Όλο αυτό είναι μια διαδικασία που μπορεί να ακούγεται εύκολη αλλά δεν είναι και νομίζω πρέπει να το κάνεις και από ανάγκη να διαφέρεις. Αν αυτό που έχεις να πεις δεν είναι προσωπική κατάθεση, δεν έχεις να πεις τίποτα».

Η Ελλάδα σε κρίση, η δισκογραφία σε κρίση… Τι θα έλεγες σε ένα νέο συγκρότημα που ξεκινά σήμερα την καριέρα του;

«Παίξτε – Παίξτε – Παίξτε! Μην σκέφτεστε την αναγνώριση. Κρατήστε τα δώρα σας για να τα δείξετε τη στιγμή που πρέπει και δουλέψτε συνεχώς. Η δουλειά δε σταματά ποτέ. Δεν φτάνεις πουθενά ποτέ. Πρέπει συνέχεια να ψάχνεις».

Και ενώ όλα είναι σε κρίση τα μουσικά show όλο και αυξάνονται.

«Ναι, γιατί το μόνο που υπάρχει είναι η γρήγορη κατανάλωση. Για εμένα ένας εικοσάχρονος, δε θα έπρεπε να βγαίνει σε ένα show γιατί δεν έχει βρει ακόμα τον εαυτό του. Ωραία, έχεις μια καλή φωνή αυτό όμως δε λέει κάτι. Το θέμα είναι τι θες να μας πεις με αυτή την ωραία φωνή. Το να πουν οι φίλοι και οι γνωστοί μας ότι έχουμε ωραία φωνή, θα μας δώσει μια προσωρινή ικανοποίηση μετά όμως έχασες την ευκαιρία που θα στραφούν τα βλέμματα πάνω σου. Τα παιδιά βέβαια, μη ξέροντας τι άλλο να κάνουν για να κυνηγήσουν τα όνειρά τους σου λένε ας είναι το πρόσωπο μου γνωστό και θα δούμε τι θα πω, αλλά δεν είναι έτσι. Κάνε τη δουλειά σου, κλείσου κάπου, παίξε, τραγούδα, φτιάξε με τους φίλους σου ένα συγκρότημα και βρες την ταυτότητα σου. Και όταν κρίνεις πως έχεις κάτι να πεις, τότε βγες μπροστά γιατί αλλιώς είναι κρίμα… Χάνεις την ευκαιρία σου».

Φτάνοντας σιγά σιγά στο τέλος της συνάντησης μας, τη ρωτώ τι αγαπά και τι όχι στην Αθήνα, την πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε.

«Αγαπώ πολύ το Κέντρο, ότι γίνονται πράγματα, ότι οι άνθρωποι ανταλλάσουν ιδέες, είναι ένα καμίνι που βράζει η πόλη και συνεχώς βγαίνουν νέα κράματα. Δεν αγαπώ την έλλειψη του ορίζοντα, το τσιμέντο, που δε βλέπουμε τον ουρανό, την αποξένωση και που δεν έχουμε βρει την ισορροπία ανάμεσα στο ότι είμαι διακριτικός και στο νοιάζομαι».

Αν ένα τραγούδι των ΜΠΛΕ είχε τη δυνατότητα να ακουστεί σε όλο τον πλανήτη ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;

«Αν μιλάγαμε για επιτυχία πιστεύω το “Πιάνω φωτιά” είναι ένα τραγούδι που μπορούν να ακούσουν όλοι γιατί η disco σαν μουσική δεν έφυγε ποτέ από τη μόδα παγκοσμίως. Κάτι που θα με ενδιέφερε να ακούσω σαν πιο ιδιαίτερο είναι το “Κόκκινο φιλί” γιατί είναι ένα τραγούδι που βγήκε κάτω από περίεργες συνθήκες και χωρίς καθόλου σκέψη. Βγήκε σε 12 ώρες και με οδήγησε σε νέα ερμηνευτικά μονοπάτια».

Και για το τέλος, ποια είναι τα επόμενα σχέδια των ΜΠΛΕ;

«Εκτός από το δίσκο, που ετοιμάσαμε πριν από ένα χρόνο, με τίτλο “20” και που αποτελεί το κλείσιμο του κύκλου των είκοσι χρόνων, ετοιμάζουμε τους νέους μας εαυτούς, αφουγκραζόμαστε τι θέλουμε να πούμε πια ως σαρανταπεντάρηδες και πενηντάρηδες. Ετοιμάζουμε μια συνεργασία με τη Θεοδοσία Τσάτσου στις 04/03 στη Θεσσαλονίκη, στις 25/03 και 01/04 θα εμφανιστούμε, χωρίς τη Θεοδοσία αυτή τη φορά, στο Σταυρό Του Νότου, νέα τραγούδια και συναυλίες σε όλη την Ελλάδα».

Σχεδόν δύο ώρες μείναμε με τη Τζώρτζια στο Μαύρο Γάτο. Είπαμε κι άλλα πολλά τα οποία δεν έγραψα στη συνέντευξη αλλά τα κράτησα μέσα μου. Την αποχαιρετώ, αφήνω πίσω μου το Μαύρο Γάτο και καθώς περπατάω στον πεζόδρομο της Κωλέττη σκέφτομαι πόσο τυχερός είμαι που μπορώ να συναντώ ανθρώπους που έχουν να μοιραστούν πολλά και να σου δείξουν και από μια άλλη οπτική γωνία τη ζωή.


*Πρώτη δημοσίευση: 26.02.2017 στο museekart.com και στη στήλη Συναντήσεις στη πόλη. 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις