Απουσία | διήγημα | Συγγραφολόγιο

 


Είχε περάσει ένας χρόνος. Στη ζωή του Γιώργου  άλλαξαν πολλά πράγματα. Αγόρασε καινούργιο αυτοκίνητο, άλλαξε τη θέση των επίπλων στο σπίτι, αύξησε της ώρες του γυμναστηρίου, έβγαινε συχνότερα με τους φίλους του. Η θλίψη του όμως η ίδια, λες και κάθε προσπάθεια για αλλαγή την έτρεφε.

   Του έλειπαν τα «έλα» της, τον πλήγωναν τα «φεύγω» κι έψαχνε την αλήθεια στα λόγια της που είχαν τρυπώσει σε κάθε γωνιά του μυαλού του και δεν τον άφηναν να ησυχάσει κι αυτή τη νύχτα, όλες τις νύχτες…

   Κάποιες φορές η παλάμη του φλέρταρε επικίνδυνα με το ακουστικό του τηλεφώνου. Ήθελε να την πάρει, να ακούσει τη φωνή της μα ο φόβος φυλάκιζε την απόφαση του. Φοβόταν την αναταραχή που θα έφερνε αυτή η κίνηση του. Φοβόταν μήπως το σ’ αγαπώ που του είχε πει στου έρωτα την έξαρση, και το οποίο είχε κρατήσει σαν φυλαχτό μέσα του, αποδειχθεί ψέμα.

   Το φως γλίστρησε στο δωμάτιο από το μισάνοιχτο παντζούρι. Το χέρι του απλώθηκε στη μεριά της. Από το στρώμα αναδύονταν ακόμη η μυρωδιά του κορμιού της κι ας έλειπε καιρό…

   Άλλη μια μέρα ξεκινούσε. Πήρε μια βαθιά ανάσα και σηκώθηκε. «Καλημέρα» ψέλλισε. Σε ποιόν; Έριξε κρύο νερό στο πρόσωπό του, φόρεσε τη στολή του και βγήκε από το σπίτι, έτοιμος να παλέψει άλλη μια μέρα με την απουσία της.


*Το διήγημα "Απουσία" δημοσιεύτηκε στο Συγγραφολόγιο (syggrafologio.gr) στις 15.03.2013

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις