Μπλε | διήγημα | Deity.gr

 


Όλα τα φώτα ήταν ανοιχτά. Χαρούμενες μελωδίες χόρευαν με το κρύο αεράκι και τρύπωναν στ’ αφτιά της. Σαν να βρισκόταν σε θέατρο σκιών, παρακολουθούσε  τις ανθρώπινες σκιές που διαγράφονταν πίσω από τις λευκές κουρτίνες, να αγκαλιάζονται, να φιλιούνται, να δακρύζουν από χαρά. Αυτό δεν το είδε, το φαντάστηκε.  Στο διαμέρισμα του πέμπτου ορόφου είχαν γιορτή.

«Γύρισε» αναφώνησε χαμηλόφωνα και άναψε το τσιγάρο που είχε βγάλει εδώ και ώρα από τη μεταλλική ταμπακιέρα της. Ο Τάκης, φίλος της από το Πανεπιστήμιο και δικός του φίλος, της είχε πει την αλήθεια. Συναντήθηκαν τυχαία στο βιβλιοπωλείο όπου διατηρούσε εκείνη στο κέντρο της πόλης. Ο Τάκης έψαχνε για το βιβλίο «Το κοράκι – Η φιλοσοφία της σύνθεσης» του Ε.Α. Πόε. Ήθελε να ανακαλύψει τα μυστικά που χάρισαν στο ποίημα αυτό την αιωνιότητα. Από το Πανεπιστήμιο τον θυμάται να σκαρώνει στίχους. Είχε εκδώσει  και μια ποιητική συλλογή με έναν μικρό εκδοτικό οίκο και τώρα προσπαθούσε να πουλήσει την επόμενη σε έναν μεγαλύτερο όπως την ενημέρωσε.

«Έχεις κρατήσει επικοινωνία με κανέναν;» τον ρώτησε η Πόλυ.

«Μπα.. μόνο με το Μάνο μιλάμε που και που στο τηλέφωνο. Επιστρέφει αύριο». Η πληροφορία αυτή προκάλεσε έκρηξη στο μυαλό της, λες και κάποια βόμβα είχε μείνει κρυμμένη στο πίσω μέρος του κεφαλιού της και περίμενε τη στιγμή που κάποιος θα ανάψει το φιτίλι. Από το προηγούμενο απόγευμα, μέχρι και αυτή τη στιγμή που βρισκόταν κάτω από το σπίτι του το μυαλό της δεν είχε σταματήσει να κοιτάζει στο παρελθόν.

   Η Πόλυ γνώρισε τον Μάνο στο πρώτο εξάμηνο της Φιλοσοφικής. Φοιτητές και οι δύο του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Στο δεύτερο εξάμηνο ήταν μαζί. Με τη λήξη των σπουδών τους χώρισαν όταν εκείνος της ανακοίνωσε την απόφασή του να πάει στην Βρετανία για να παρακολουθήσει μεταπτυχιακό πρόγραμμα πάνω στην Αρχαία Ιστορία.

«Και η δική μας ιστορία;» τον ρώτησε το τελευταίο βράδυ πριν χωρίσουν οριστικά. Μα καλά τι φαντάστηκε ότι θα τον  περίμενε σαν πιστή Πηνελόπη; Δεν είχε χρόνο…

   Ένα μήνα μετά τη φυγή του, θυμάται να ξυπνάει από τον ήχο του κινητού της.

«Γιατί δεν απαντάς βρε μωρό μου;» της είχε γράψει στο μήνυμα ο Μάνος και εκείνη το διέγραψε αμέσως μην τυχόν και το δει ο Σταμάτης ο τέταρτος της παρέας του Πανεπιστημίου, με τον οποίο αποφάσισε να τον ξεπεράσει ή καλύτερα να τον εκδικηθεί.

«Έχει δει πως σε κοιτάει ο Σταμάτης;» της είχε πει ένα βράδυ.

«Πως με κοιτάει;»

«Έλα βρε μωρό μου είναι φανερό ότι ο τύπος σε γουστάρει»

«Ζηλεύεις;»

«Όχι απλά δεν γουστάρω να σε κοιτάει. Δεν τον πάω και το ξέρεις. Έχει αυτή την ηλίθια τη φάτσα…»

   Η σκέψη ότι τον είχε εκδικηθεί την έκανε να χαμογελάσει. Όμως το χαμόγελό της σβήστηκε απότομα όταν μια φωνή μέσα της άρχισε να αναρωτιέται «Και τι ήρθες να κάνεις νυχτιάτικα κάτω από το σπίτι του;» Σηκώθηκε από το παγκάκι για να φύγει, έσβησε το τσιγάρο της στο πεζοδρόμιο μα πριν προλάβει να κάνει δυο βήματα η φωνή του τη σταμάτησε.

«Πόλυ»

Έμεινε ακίνητη. Δεν ήξερε αν ήθελε να γυρίσει να τον κοιτάξει. Είχαν περάσει πέντε  χρόνια από την τελευταία φορά. Τελικά γύρισε. Έκανε προσπάθεια για να τον αναγνωρίσει. Το μαύρο τζιν είχε αντικατασταθεί με υφασμάτινο παντελόνι και η μπλούζα με τη στάμπα του αγαπημένου του συγκροτήματος είχε δώσει τη θέση της  σε ένα ατσαλάκωτο λευκό πουκάμισο. Το μόνο που είχε μείνει ίδιο ήταν το βαθύ μπλε των ματιών του. Πλησίασε κοντά της.

«Τι κάνεις εδώ;»

«Τυχαία περνούσα»

«Ψέματα. Έμαθες ότι ήρθα»

«Ναι. Τι κάνεις;»

«Καλά. Εσύ;»

«Και εγώ»

«Έμαθα παντρεύτηκες το Σταμάτη»

«Ναι»

«Ευτυχισμένη;»

«Πολύ!»

«Δεν έχασες καιρό, με αντικατέστησες αμέσως»   

«Έχεις πολύ θράσος»

«Έχω AIDS

 

Σιωπή

 

«Έχω και μια κόρη»

«Σου μοιάζει;»

«Ναι»

«Πάλι καλά που δεν πήρε την ηλίθια φάτσα του!»

«Μόνο τα μάτια πήρε από τον πατέρα της» είπε εκείνη και γύρισε να φύγει πριν οι δυνάμεις της την προδόσουν.

«Καστανά;» τη σταμάτησε εκείνος.

«Μπλε» του απάντησε εκείνη, δίχως να γυρίσει προς το μέρος του και χάθηκε στο σκοτάδι. 



*Το διήγημα με τίτλο "Μπλε" δημοσιεύτηκε στο Deity.gr στις 08.02.2013

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις