Χάρης Γαντζούδης | Συνέντευξη στην Καβαλιώτικη εφημερίδα ΕΒΔΟΜΗ

 

«Έχουν έρθει τα πάνω - κάτω και πια μόνο τα όνειρα μπορούν να μας σώσουν» 

 

Όταν η Λυδία Ελιόγλου, δημοσιογράφος της Καβαλιώτικης εφημερίδας ΕΒΔΟΜΗ, συνάντησε τον Χάρη Γαντζούδη, συγγραφέα της συλλογής διηγημάτων «Οι πρώτες σελίδες», προέκυψε η παρακάτω συνέντευξη:

 

Ένας νέος συγγραφέας που κυκλοφόρησε τη συλλογή διηγημάτων «Οι πρώτες σελίδες» μέσω των διαδικτυακών εκδόσεων «Σαΐτα» μιλά για την εποχή, την έμπνευση κατο βιβλίο στο διαδίκτυο

 

Οι νέοι μαστίζονται από την ανεργία. Αναζητούν, όμως και δημιουργικούς τρόπους έκφρασης προκειμένου να εξωτερικεύσουν τους προβληματισμούς τους, αναζητώντας παράλληλα λύσεις στα προβλήματά τους. Ένας νέος συγγραφέας, ο 27χρονος Χάρης Γαντζούδης, εξέδωσε πριν μερικούς μήνες την πρώτη σου συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Οι πρώτες σελίδες» μέσω των εκδόσεων «Σαΐτα» διαθέτοντάς το ελεύθερα στο διαδίκτυο. Απόφοιτος του Τμήματος Εφαρμογών Πληροφορικής στη Διοίκηση και στην Οικονομία του ΤΕΙ Ιονίων Νήσων, ανήκει σε μία γενιά πτυχιούχων που συνεχίζουν να ψάχνουν για μόνιμη απασχόληση. Στο ενδιάμεσο, όπως σχολιάζει, η συγγραφή ξεκίνησε από μικρή ηλικία ως «διέξοδος», ενώ, με αφορμή τις πηγές έμπνευσης και εκπροσωπώντας τη γενιά του, μιλάει για το πώς «μόνο τα όνειρα πια θα μας σώσουν»...


Η δωρεάν διάθεση της πρώτης έκδοσης

  «Ξεκίνησα από πολύ μικρή ηλικία να γράφω. Πάντα ένιωθα την ανάγκη να εκφραστώ μέσα από τη συγγραφή, το έβλεπα σαν διέξοδο. Δηλαδή, ό,τι προβληματισμούς είχα, για ό,τι ήθελα να διαμαρτυρηθώ, κατέληγα πάντα στον γραπτό λόγο. Έκανα σπουδές θετικές, στο σχολείο, όμως, ήμουν θεωρητική κατεύθυνση» σχολιάζει ο Χάρης την επαγγελματική του κατάρτιση με τη συγγραφή ως παράλληλη ασχολία, αλλά και το πώς από νωρίς την αντιλήφθηκε ως μία δημιουργική διέξοδο, ενώ έχοντας δημοσιεύσει κατά το παρελθόν ιστορίες του σε λογοτεχνικές ιστοσελίδες, όπως οι «deity.gr» και «onestory.gr», μιλάει για το πώς προέκυψε η επιθυμία του να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό: «Απόφαση το πήρα και ξεκίνησα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο που γράφω, με την έννοια να δημοσιεύω κείμενά μου σε διάφορα λογοτεχνικά site κτλ. Παρακολούθησα και ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής, με τον Αλέξανδρο Ντερπούλη. Κάπου εκεί, συνάντησα τον Γιάννη Φάρσαρη, με το "onestory", όπου και δημοσίευσα ένα διήγημά μου. Εκείνος ήταν που μου σύστησε τις εκδόσεις "Σαΐτα".»

 Με την πρώτη του συλλογή διηγημάτων να διατίθεται δωρεάν για «κατέβασμα» μέσω διαδικτύου (www.saitapublications.gr), αναφέρεται σε μία εμπειρία η οποία αν και δεν ξεκίνησε εξαρχής ως αυτοσκοπός, του άφησε πολλά: «Τέτοιες προσπάθειες, όπως είναι οι εκδόσεις "Σαΐτα", οι εκδόσεις "Αρχίγραμμα", η "Ανοιχτή Βιβλιοθήκη" και άλλες, ειδικά για νέους ανθρώπους που τώρα ξεκινάνε, είναι ό,τι πρέπει. Τι εννοώ; Τους δίνεται η ευκαιρία να επικοινωνήσουν τη δουλειά τους με τον κόσμο. Η εμπειρία η δική μου ήταν ότι γίνεται από όλη την ομάδα μία εξαιρετική δουλειά. Πιστεύω ότι το ψηφιακό βιβλίο έχει μέλλον μπροστά του. Μπορεί στην Ελλάδα να μην είναι ακόμη τόσο διαδεδομένο και να μην έχει την έκταση που έχει σε άλλες χώρες, αλλά πιστεύω ότι ήδη γίνεται πολύ καλή δουλειά σ' αυτόν τον τομέα. Γι' αυτό και θα πάρει και, μελλοντικά, θα πάρει έκταση. Από εκεί και πέρα, οι καιροί είναι δύσκολοι και δεν είναι εύκολο να μπεις σε έναν εκδοτικό οίκο. Όσον αφορά εμένα προσωπικά, υπήρξε κατά τη γνώμη μου το ιδανικό βήμα. Για παράδειγμα, ξέρω ότι θέλω δουλειά, δεν πιστεύω ότι είναι όλα τέλεια. Θέλω πολλή δουλειά και είναι το κατάλληλο βήμα το να ξεκινήσεις σιγά - σιγά να χτίζεις αυτό που θες, ώστε να μαθαίνεις και τον εαυτό σου. Παράλληλα, μέσα από όλη αυτήν την διαδικασία, μαθαίνεις και πολλά πράγματα, όπως έμαθα και εγώ: για την επιμέλεια, για το πώς στήνεται ένα βιβλίο, για τα βήματα που πρέπει να γίνουν. Γνώρισα δημιουργικούς ανθρώπους μέσα από όλο αυτό. Και γνώρισα, μάλιστα και ανθρώπους ανιδιοτελείς. Γενικά, αποκόμισα πάρα πολλά πράγματα από αυτήν τη συνεργασία γι' αυτό και πιστεύω ότι ήταν το κατάλληλο βήμα.». Την ίδια στιγμή, κρίνοντας από τον δικό του κύκλο τη διάδοση ενός ψηφιακού βιβλίου και σε τι ηλικίες μπορεί αυτό να απευθύνεται πιο εύκολα δημιουργώντας έναν κύκλο αναγνωστών λέει: «Η μητέρα μου, για παράδειγμα, ανήκει σε μία άλλη γενιά, δε θα της ήταν τόσο εύκολο να το "κατεβάζει". Αλλά, οι φίλοι μου, που είναι μες στα πράγματα ούτως ή άλλως και ασχολούνται με την τεχνολογία, είχαν άμεση πρόσβαση στο βιβλίο μου, όπως και τα αδέρφια μου. Έτσι, ήταν πάρα πολύ εύκολο να δημιουργηθεί ένα αναγνωστικό κοινό απευθείας. Όμως, δεν ασχολούμαι και τόσο πολύ με το ποιος θα το "κατεβάσει" για να είμαι ειλικρινής. Είναι ότι... θέλω να γράφω! Από εκεί και πέρα, κάνω κάποιες προσπάθειες, το επικοινωνώ αλλά δεν επικεντρώνομαι σ' αυτό, δεν αποτελεί αυτοσκοπό μου.».

 

Εννιά διαφορετικές ιστορίες

 

 Στη σύντομη περίληψη της πρώτης του συλλογής διηγημάτων, με τίτλο «Οι πρώτες σελίδες», διαβάζουμε: «Σκοτεινά συναισθήματα που έρχονται στο φως, μια εξομολόγηση πριν το τέλος, απαγορευμένα όνειρα, ταξίδια, εφιάλτες, προσωπικά και οικονομικά αδιέξοδα, απογοήτευση, φόβος, πόνος… Όλα κλεισμένα σε αυτό το βιβλίο. Εννέα ιστορίες, που η κάθε μια φωτίζει ενέργειες και καταστάσεις ανθρώπων που μισούν, αγαπούν, χωρίζουν, ερωτεύονται, ποθούν, απογοητεύονται, ταξιδεύουν, παραφρονούν, απελπίζονται κι ελπίζουν...», ενώ για το πώς επέλεξε χρονικά τη συγκυρία της οικονομικής κρίσης για να συστηθεί στο κοινό, ο νεαρός συγγραφέας σχολιάζει: «Ήταν κάτι που πάντα ήθελα να το κάνω, απλώς ήρθαν και έτσι οι συγκυρίες. ήρθαν και όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας... Νομίζω είναι η γραφή είναι ιδανικό μέσο για να εκφραστείς. Έψαχνα μια σανίδα σωτηρίας, κάτι να κρατηθεί κανείς την ώρα που γκρεμίζονται όλα γύρω σου.».

 Σε επίπεδο έμπνευσης, πώς η καθημερινότητα μεταφράζεται σε πρώτη ύλη ενός διηγήματος; Ως προς αυτό, απαντά: «Η έμπνευση είναι ανάλογη με  τα ερεθίσματα που παίρνεις και αυτά είναι διαφορετικά καθημερινά. Για παράδειγμα, έχω γράψει μία ιστορία, που ετοιμάζεται τώρα για τη δεύτερη συλλογή. Μπορεί αυτή γενικά να είναι από έναν ηλικιωμένο που έχω δει στο δρόμο ή από έναν άστεγο ή από μία παράξενη εικόνα που έχει δημιουργήσει η φύση, οτιδήποτε. Πιστεύω ότι μία κατάσταση μπορεί και να μην την έχεις ζήσει. Είναι έτσι και αλλιώς, δύσκολο να έχεις ζήσει όλα αυτά για τα οποία γράφεις, θα ήσουν, όπως λέμε, διαφορετικά... "του γιατρού"! Αλλά, νομίζω, ότι το καθετί φιλτράρεται σίγουρα μέσα από τα δικά σου βιώματα, κάτι εσωτερικό, δικό σου υπάρχει σε κάθε ιστορία.»

 Με επίκεντρο τον άνθρωπο, είτε αυτός βρίσκεται στον εφιάλτη μιας σχέσης που κορυφώνεται με έναν κατά φαντασία φόνο, όπως στο διήγημα με τίτλο «Σε ξύπνησα;» είτε αυτός βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο ξεκίνημα, όπως αυτό στο διήγημα με τίτλο «Το ταξίδι», το μόνο κοινό χαρακτηριστικό και των ιστοριών που απαρτίζουν την συλλογή διηγημάτων του, είναι, καθώς αναφέρει, ο άνθρωπος: «Οι ιστορίες της συλλογής είναι συνολικά εννιά. Δεν έχουν κάποια εμφανή σύνδεση μεταξύ τους. Είναι εννιά διαφορετικές ιστορίες, που, όμως, στο κέντρο έχουν τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που είναι εγκλωβισμένος σε συναισθηματικές καταστάσεις, οικονομικές, αδιέξοδα κτλ. και που περιμένει το θαύμα που θα τον σώσει. Ο τίτλος είναι συμβολικός με την έννοια ότι συμβολίζει την πρώτη προσπάθεια, το πρώτο δικό μου βήμα, δεν έχει να κάνει με τις ιστορίες. Ακριβώς, επειδή ήταν φαινομενικά ασύνδετες, επέλεξα έναν τίτλο που 'χε να κάνει με το ίδιο το βιβλίο ως την πρώτη μου συγγραφική απόπειρα σε μορφή έκδοσης.».

 Και πώς αυτός, τέλος, ο ίδιος ο άνθρωπος συναντά την εποχή του; ο Χάρης Γαντζούδης, εκπροσωπώντας μία νέα γενιά δημιουργών, απαντά έχοντας κάνει πλέον πράξη αυτό το πρώτο του λογοτεχνικό ταξίδι: «Ζούμε σε μια εποχή που έχουν έρθει τα πάνω - κάτω, ζούμε μ' αυτό. Ανατράπηκαν τα πάντα στις ζωές μας. Και μες στη συλλογή, υπάρχουν κάποια απαισιόδοξα διηγήματα. Αλλά, παρόλα αυτά, προσωπικά πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι. Μόνο τα όνειρα πια θα μας σώσουν.»

 

*Η παραπάνω συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο φύλλο της καθημερινής πρωινής εφημερίδας Η ΕΒΔΟΜΗ που εκδόθηκε την Παρασκευή, 22 Φεβρουαρίου 2013. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις